|
Πινακίδα I |
|
1 |
Όταν επάνω οι ουρανοί δεν υπήρχαν |
When the heavens above did not exist, |
2 |
Και η γη κάτω ακόμα δεν είχε εμφανιστεί— |
And earth beneath had not come into being— |
3 |
Υπήρχε ο Απσού, ο πρώτος στη σειρά, ο γεννήτοράς τους, |
There was Apsû, the first in order, their begetter, |
4 |
Και η δημιουργός Τιαμάτ, που τα γέννησε όλα. |
And demiurge Tia-mat, who gave birth to them all; |
5 |
Είχαν αναμείξει τα νερά τους μαζί |
They had mingled their waters together |
6 |
Προτού να σχηματιστούν τα λιβάδια και εμφανιστούν οι καλαμιές— |
Before meadow-land had coalesced and reed-bed was to he found— |
7 |
Όταν κανένας από τους θεούς δεν είχε σχηματιστεί |
When not one of the gods had been formed |
8 |
Ή υπήρχε ακόμα, όταν δεν είχαν αποφασιστεί ακόμη μοίρες, |
Or had come into being, when no destinies had been decreed, |
9 |
Οι θεοί δημιουργήθηκαν μέσα τους: |
The gods were created within them: |
10 |
Ο Λαχμού και η Λαχαμού σχηματίστηκαν και δημιουργήθηκαν. |
Laḫmu and Laḫamu were formed and came into being. |
11 |
Ενώ αναπτύσσονταν και μεγάλωναν σε ανάστημα |
While they grew and increased in stature |
12 |
Δημιουργήθηκαν ο Ανσάρ και η Κισάρ, που ήταν ανώτεροί τους. |
Anšar and Kišar, who excelled them, were created. |
13 |
Μάκραιναν οι μέρες τους και αυξάνονταν τα χρόνια τους. |
They prolonged their days, they multiplied their years. |
14 |
Ο Άνου, ο υιός τους, μπορούσε να συναγωνιστεί τους γονείς του. |
Anu, their son, could rival his fathers |
15 |
Ο Άνου, ο υιός, ήταν ισάξιος του Ανσάρ, |
Anu, the son, equalled Anšar, |
16 |
Και ο Άνου γέννησε τον Νούντιμμουντ, ισάξιο με τον εαυτό του. |
And Anu begat Nudimmud, his own equal. |
17 |
Ο Νούντιμμουντ ήταν υπέρμαχος των πατέρων του: |
Nudimmud was the champion among his fathers: |
18 |
Βαθειά οξυδερκής, σοφός και ρωμαλέος· |
Profoundly discerning, wise, of robust strength; |
19 |
Πολύ δυνατότερο από το γεννήτορα του πατέρα του, τον Ανσάρ |
Very much stronger than his father’s begetter, Anšar |
20 |
Δεν είχε κανέναν ισάξιο μεταξύ των θεών, των αδερφών του. |
He had no rival among the gods, his brothers. |
21 |
Τα θεϊκά αδέλφια συγκεντρώθηκαν, |
The divine brothers came together, |
22 |
Οι φωνές τους δυνάμωσαν και προκάλεσαν αναταραχή στην Τιαμάτ. |
Their clamour got loud, throwing Tia-mat into a turmoil. |
23 |
Εκνεύρισαν την Τιαμάτ |
They jarred the nerves of Tia-mat, |
24 |
Και ο χορός τους σκόρπισε αναστάτωση στην Αντουρούνα. |
And by their dancing they spread alarm in Anduruna. |
25 |
Ο Απσού δεν μείωσε τη φασαρία τους, |
Apsû did not diminish their clamour, |
26 |
Και η Τιαμάτ ήταν σιωπηλή όταν [αποφάσισε] να τους αντιμετωπίσει. |
And Tia-mat was silent when confronted with them. |
27 |
Η συμπεριφορά τους δεν της ήταν αρεστή, |
Their conduct was displeasing to her, |
28 |
Αλλά αν και η συμπεριφορά τους δεν ήταν καλή, ήθελε να τους λυπηθεί [και να τους χαρίσει τη ζωή]. |
Yet though their behaviour was not good, she wished to spare them. |
29 |
Αμέσως μετά ο Απσού, ο γεννήτορας των μεγάλων θεών, |
Thereupon Apsû, the begetter of the great gods, |
30 |
Κάλεσε τον Μούμμου, το βεζύρη του, και του είπε, |
Called Mummu, his vizier, and addressed him, |
31 |
“Βεζύρη Μούμμου, που ικανοποιείς τις επιθυμίες μου, |
“Vizier Mummu, who gratifies my pleasure, |
32 |
Έλα, ας πάμε στην Τιαμάτ!” |
Come, let us go to Tia-mat!” |
33 |
Πήγαν και έκατσαν μπροστά από την Τιαμάτ, |
They went and sat, facing Tia-mat, |
34 |
Καθώς συζητούσαν για τους θεούς, τους υιούς τους. |
As they conferred about the gods, their sons. |
35 |
Ο Απσού άνοιξε το στόμα του |
Apsû opened his mouth |
36 |
Και απευθύνθηκε στην Τιαμάτ |
And addressed Tia-mat |
37 |
“Η συμπεριφορά τους με δυσαρεστεί |
“Their behaviour has become displeasing to me |
38 |
Και δεν μπορώ να ξεκουραστώ την ημέρα ή να κοιμηθώ τη νύχτα. |
And I cannot rest in the day-time or sleep at night. |
39 |
Θα καταστρέψω και θα διαλύσω τον τρόπο ζωής τους |
I will destroy and break up their way of life |
40 |
Ώστε να βασιλέψει ησυχία και να μπορούμε να κοιμηθούμε.” |
That silence may reign and we may sleep.” |
41 |
Όταν η Τιαμάτ το άκουσε αυτό |
When Tia-mat heard this |
42 |
Θύμωσε και φώναξε στο σύζυγό της, |
She raged and cried out to her spouse, |
43 |
Φώναξε θλιμμένη, συγκρατώντας την αγανάκτησή της, |
She cried in distress, fuming within herself, |
44 |
Θρηνούσε για το κακό (που σχεδιαζόταν), |
She grieved over the (plotted) evil, |
45 |
“Πώς μπορούμε να καταστρέψουμε ό,τι γεννήσαμε; |
“How can we destroy what we have given birth to? |
46 |
Αν και η συμπεριφορά τους μας θλίβει, ας επιβάλουμε περισσότερη πειθαρχία σπλαχνικά.” |
Though their behaviour causes distress, let us tighten discipline graciously.” |
47 |
Ο Μούμμου άρχισε να μιλάει συμβουλευτικά προς τον Απσού— |
Mummu spoke up with counsel for Apsû— |
48 |
Η συμβουλή του Μούμμου ήταν (ως από) ατίθασο βεζύρη— |
(As from) a rebellious vizier was the counsel of his Mummu— |
49 |
“Κατέστρεψέ, ω πατέρα μου, την άνομη ζωή τους, |
“Destroy, my father, that lawless way of life, |
50 |
Για να μπορείς να ξεκουραστείς τη μέρα και να κοιμηθείς τη νύχτα!” |
That you may rest in the day-time and sleep by night!” |
51 |
Ο Απσού ευχαριστήθηκε, το πρόσωπό του έλαμψε |
Apsû was pleased with him, his face beamed |
52 |
Γιατί είχε σχεδιάσει κακό κατά των θεών, των υιών του. |
Because he had plotted evil against the gods, his sons. |
53 |
Ο Μούμμου τύλιξε τα χέρια γύρω από το λαιμό του Απσού, |
Mummu put his arms around Apsû’s neck, |
54 |
Έκατσε στα γόνατά του φιλώντας τον. |
He sat on his knees kissing him. |
55 |
Αυτό που σχεδιάσανε στη σύναξή τους |
What they plotted in their gathering |
56 |
Μαθεύτηκε από τους θεούς, τους υιούς τους. |
Was reported to the gods, their sons. |
57 |
Το άκουσαν οι θεοί και τρελάθηκαν από την ανησυχία. |
The gods heard it and were frantic. |
58 |
Κατελήφθησαν από σιγή και καθήσαν σιωπηλοί.. |
They were overcome with silence and sat quietly. |
59 |
Ο Έα, που υπερτερούσε στη γνώμη, ο ικανός και ο πολυμαθής, |
Ea, who excels in knowledge, the skilled and learned, |
60 |
Ο Έα, που γνωρίζει τα πάντα, κατάλαβε τα κόλπα τους. |
Ea, who knows everything, perceived their tricks. |
61 |
Το σχεδίασε και το έκανε να συμπεριλαμβάνει τα πάντα, |
He fashioned it and made it to be all-embracing, |
62 |
Το εκτέλεσε με επιδεξιότητα ως υπέρτατο—το αγνό του ξόρκι. |
He executed it skilfully as supreme—his pure incantation. |
63 |
Το απήγγειλε και το έριξε στα νερά, |
He recited it and set it on the waters, |
64 |
Έχυσε ύπνο πάνω του και κοιμότανε βαθειά. |
He poured sleep upon him as he was slumbering deeply. |
65 |
Έριξε τον Απσού σε βαθύ ύπνο καθώς έχυνε ύπνο, |
He put Apsû to slumber as he poured out sleep, |
66 |
Και ο Μούμμου, ο σύμβουλος, είχε μείνει άφωνος με ανησυχία. |
And Mummu, the counsellor, was breathless with agitation. |
67 |
Έσχισε τα εντόσθια (του Απσού), έβγαλε με βία το στέμμα του, |
He split (Apsû’s) sinews, ripped off his crown, |
68 |
Αφαίρεσε την αύρα του και τη φόρεσε αυτός. |
Carried away his aura and put it on himself. |
69 |
Έδεσε τον Απσού και τον σκότωσε· |
He bound Apsû and killed him; |
70 |
Τον Μούμμου τον φυλάκισε και του συμπεριφέρθηκε άσχημα. |
Mummu he confined and handled roughly. |
71 |
Τοποθέτησε την κατοικια του επάνω στον Απσού, |
He set his dwelling upon Apsû, |
72 |
Και άρπαξε τον Μούμμου, κρατώντας στο χέρι το σχοινί με τον κρίκο [που ήταν περασμένος στη μύτη του]. |
And laid hold on Mummu, keeping the nose-rope in his hand. |
73 |
Αφού ο Έα είχε δέσει και σφάξει τους εχθρούς του, |
After Ea had bound and slain his enemies, |
74 |
και είχε πετύχει νίκη κατά των εχθρών του, |
Had achieved victory over his foes, |
75 |
Αναπαύθηκε ήσυχα στο θάλαμό του, |
He rested quietly in his chamber, |
76 |
Τον ονόμασε [το θάλαμο] Απσού, του οποίου τους ιερούς τόπους καθόρισε, |
He called it Apsû, whose shrines he appointed. |
77 |
Έπειτα έστησε την κατοικία του μέσα του, |
Then he founded his living-quarters within it, |
78 |
Και ο Έα και η Νταμκίνα, η σύζυγός του, κάθησαν στη μεγαλοπρέπεια. |
And Ea and Damkina, his wife, sat in splendour. |
79 |
Στο θάλαμο των πεπρωμένων, στο δωμάτιο των αρχέτυπων, |
In the chamber of the destinies, the room of the archetypes, |
80 |
Ο σοφότερος των σοφών, ο σοφός των θεών, ο Μπελ συνελήφθη. |
The wisest of the wise, the sage of the gods, Be-l was conceived. |
81 |
Στον Απσού γεννήθηκε ο Μαρντούκ, |
In Apsû was Marduk born, |
82 |
Στον αγνό Απσού γεννήθηκε ο Μαρντούκ. |
In pure Apsû was Marduk born. |
83 |
Γεννήθηκε από τον πατέρα του, τον Έα, |
Ea his father begat him, |
84 |
Ετίχθη από τη μητέρα του, τη Νταμκίνα. |
Damkina his mother bore him. |
85 |
Βύζαξε τα στήθη από θεές, |
He sucked the breasts of goddesses, |
86 |
Μια μαία τον μεγάλωσε και τον έκανε τρομερό. |
A nurse reared him and filled him with terror. |
87 |
Το σώμα του ήταν καλά σχηματισμένο, η ματιά ήταν αστραφτερή, |
His figure was well developed, the glance of his eyes was dazzling, |
88 |
Έγινε μεγάλος άντρας, ήταν πανίσχυρος από την αρχή. |
His growth was manly, he was mighty from the beginning. |
89 |
Ο Άνου, ο γεννήτορας του πατέρα του, τον είδε, |
Anu, his father’s begetter, saw him, |
90 |
Αγαλλίασε και χαμογέλασε· η καρδιά του γέμισε χαρά. |
He exulted and smiled; his heart filled with joy. |
91 |
Ο Άνου τον έκανε τέλειο: Η θεϊκότητά του ήταν εκπληκτική, |
Anu rendered him perfect: his divinity was remarkable, |
92 |
Και έγινε αγέρωχος, ξεπερνώντας τους με τις ιδιότητές του. |
And he became very lofty, excelling them in his attributes. |
93 |
Τα μέλη του ήταν αδιανόητα υπέροχα, |
His members were incomprehensibly wonderful, |
94 |
Αδύνατον να συλληφθούν με το μυαλό, δύσκολο ακόμα και να τα κοιτάξει κανείς. |
Incapable of being grasped with the mind, hard even to look on. |
95 |
Τέσσερα ήταν τα μάτια του, τέσσερα τα αυτιά του, |
Four were his eyes, four his ears, |
96 |
Φλόγα πεταγότανε όταν κουνούσε τα χείλη του. |
Flame shot forth as he moved his lips. |
97 |
Τα τέσσερα αυτιά του μεγάλωσαν, |
His four ears grew large, |
98 |
Και τα μάτια του ομοίως “ρουφούσανε” τα πάντα. |
And his eyes likewise took in everything. |
99 |
Η κορμοστασιά του ήταν ψηλή και ανώτερη σε σύγκριση με τους άλλους θεούς, |
His figure was lofty and superior in comparison with the gods, |
100 |
Τα άκρα του υπερείχαν, η φύση του ήταν ανώτερη. |
His limbs were surpassing, his nature was superior. |
101 |
“Μαριούτου, Μαριούτου |
‘Mari-utu, Mari-utu, |
102 |
Ο Υιός, ο θεός του Ήλιου, ο θεός του Ήλιου των θεών’ |
The Son, the Sun-god, the Sun-god of the gods.’ |
103 |
Ήταν ντυμένος με την αύρα των Δέκα Θεών, τόσο θαυμαστή ήταν η δύναμή του, |
He was clothed with the aura of the Ten Gods, so exalted was his strength, |
104 |
Τα Πενήντα Δέη είχαν τοποθετηθεί επάνω του. |
The Fifty Dreads were loaded upon him. |
105 |
Ο Άνου σχημάτισε και γέννησε τους τέσσερις ανέμους, |
Anu formed and gave birth to the four winds, |
106 |
Τους έδωσε σ’αυτόν, “Ω υιέ μου, ας τους να φυσάνε!” |
He delivered them to him, “My son, let them whirl!” |
107 |
Δημιούργησε σκόνη και έβαλε μια θύελλα να την οδηγεί, |
He formed dust and set a hurricane to drive it, |
108 |
Έφτιαξε ένα κύμα για να προκαλέσει αναταραχή στην Τιαμάτ. |
He made a wave to bring consternation on Tia-mat. |
109 |
Η Τιαμάτ σάστισε· μέρα και νύχτα ήταν σε αλλόφρονα κατάσταση. |
Tia-mat was confounded; day and night she was frantic. |
110 |
Οι θεοί δεν ξεκουράζονταν . . . . . . . |
The gods took no rest, they . . . . . . . |
111 |
Στο μυαλό τους σχεδιάζανε κακό, |
In their minds they plotted evil, |
112 |
Και απευθύνθηκαν στην μητέρα τους, την Τιαμάτ, |
And addressed their mother Tia-mat, |
113 |
“Όταν ο Απσού, ο σύζυγός σου, σκοτώθηκε, |
“When Apsû, your spouse, was killed, |
114 |
Εσύ δεν πήγες στο πλευρό του, αλλά κάθησες αθόρυβα. |
You did not go at his side, but sat quietly. |
115 |
Οι τέσσερις φοβεροί άνεμοι έχουν φτιαχτεί |
The four dreadful winds have been fashioned |
116 |
Για να σου προκαλέσουν σύγχηση και εμείς δεν μπορούμε να κοιμηθούμε. |
To throw you into confusion, and we cannot sleep. |
117 |
Δε σκέφτηκες καθόλου τον Απσού, το σύζυγό σου, |
You gave no thought to Apsû, your spouse, |
113 |
Ούτε τον Μούμμου, που είναι φυλακισμένος. Τώρα κάθεσαι μόνη σου. |
Nor to Mummu, who is a prisoner. Now you sit alone. |
119 |
Από εδώ και πέρα θα βρίσκεσαι σε αλλόφρονα ανησυχία! |
Henceforth you will be in frantic consternation! |
120 |
Και όσο για μας, που δε μπορούμε να ξεκουραστούμε, δε μας αγαπάς! |
And as for us, who cannot rest, you do not love us! |
121 |
Σκέψου το πρόβλημά μας, τα μάτια μας είναι κούφια [από την αϋπνία] |
Consider our burden, our eyes are hollow. |
122 |
Σπάσε τον ακίνητο ζυγό, ώστε να μπορέσουμε να κοιμηθούμε |
Break the immovable yoke that we may sleep. |
123 |
Κάνε πόλεμο, πάρε εκδίκηση γι’αυτούς! |
Make battle, avenge them! |
124 |
[ . . ] . . . . μείωσε στο τίποτα! |
[ . . ] . . . . reduce to nothingness! |
125 |
Η Τιαμάτ άκουσε, τα λόγια την ευχαρίστησαν, |
Tia-mat heard, the speech pleased her, |
126 |
(Είπε,) “Ας φτιάξουμε δαίμονες, [όπως εσείς με] συμβουλέψατε.” |
(She said,) “Let us make demons, [as you] have advised.” |
127 |
Οι θεοί συγκεντρώθηκαν μέσα της |
The gods assembled within her. |
128 |
Συνέλαβαν [κακό] κατά των θεών, των γεννητόρων τους. |
They conceived [evil] against the gods their begetters. |
129 |
Αυτοί . . . . . και πήραν το μέρος της Τιαμάτ, |
They . . . . . and took the side of Tia-mat, |
130 |
Κάναν άγρια σχέδια, ακοίμητοι μέρα και νύχτα |
Fiercely plotting, unresting by night and day, |
131 |
Με όρεξη για μάχη, οργισμένοι, θυελλώδεις, |
Lusting for battle, raging, storming, |
132 |
Έστησαν έναν στρατό για να προκαλέσουν σύγκρουση. |
They set up a host to bring about conflict. |
133 |
Η Μητέρα Χούμπουρ, που δημιουργεί τα πάντα, |
Mother Ḫubur, who forms everything, |
134 |
Προμήθευσε ανίκητα όπλα και γέννησε γιγάντια ερπετά. |
Supplied irresistible weapons, and gave birth to giant serpents. |
135 |
Είχαν κοφτερά δόντια, ήταν δίχως έλεος . . . . |
They had sharp teeth, they were merciless . . . . |
136 |
Με δηλητήριο αντί για αίμα γέμισε τα σώματά τους. |
With poison instead of blood she filled their bodies. |
137 |
Έντυσε τα φοβερά τέρατα με δέος, |
She clothed the fearful monsters with dread, |
138 |
Τα φόρτωσε με μία αύρα και τα έκανε σαν θεούς. |
She loaded them with an aura and made them godlike. |
139 |
(Είπε,) “Όποιος τα βλέπει, ας πεθαίνει αδύναμος, |
(She said,) “Let their onlooker feebly perish, |
140 |
Είθε δαρκώς να ορμάνε εμπρός και ποτέ να μην οπισθοχωρούν” |
May they constantly leap forward and never retire.” |
141 |
Δημιούργησε την Ύδρα, το Δράκοντα, τον Τριχωτό Ήρωα |
She created the Hydra, the Dragon, the Hairy Hero |
142 |
Το Μεγάλο Δαίμονα, τον Άγριο Σκύλο και τον Άνθρωπο-Σκορπιό, |
The Great Demon, the Savage Dog, and the Scorpion-man, |
143 |
Άγριους δαίμονες, τον Άνθρωπο-Ψάρι και τον Άνθρωπο-Ταύρο |
Fierce demons, the Fish-man, and the Bull-man, |
144 |
Που φέρουνε όπλα δίχως έλεος, άφοβοι μπροστά στη μάχη. |
Carriers of merciless weapons, fearless in the face of battle. |
145 |
Οι εντολές της ήταν τρομερές και δεν μπορούσαν να αγνοηθούν. |
Her commands were tremendous, not to be resisted. |
146 |
Συνολικά έφτιαξε έντεκα από εκείνο το είδος. |
Altogether she made eleven of that kind. |
147 |
Μεταξύ των θεών, των υιών της, που αποτελούσαν το στρατό της, |
Among the gods, her sons, whom she constituted her host, |
148 |
Εξήρε τον Κίνγκου και τον ύψωσε ανάμεσά τους. |
She exalted Qingu, and magnified him among them. |
149 |
Τη διοίκηση του στρατού, την κατεύθυνση της ορδής, |
The leadership of the army, the direction of the host, |
150 |
Το ποιος θα έφερε ποιο όπλο, την εκστρατεία, την έναρξη της σύγκρουσης, |
The bearing of weapons, campaigning, the mobilization of conflict, |
151 |
Την πρώτη εξουσία στη μάχη, την υπέρτατη διοίκηση, |
The chief executive power of battle, supreme command, |
152 |
Την εμπιστεύτηκε σ’αυτόν και τον έβαλε σε ένα θρόνο, |
She entrusted to him and set him on a throne, |
153 |
“Έριξα ένα ξόρκι για σένα και σε ανύψωσα πάνω από όλους στη στρατιά των θεών, |
“I have cast the spell for you and exalted you in the host of the gods, |
154 |
Σου παρέδωσα τη διοίκηση όλων των θεών. |
I have delivered to you the rule of all the gods. |
155 |
Είσαι πράγματι ένδοξος, ο σύζυγός μου, είσαι ξακουστός, |
You are indeed exalted, my spouse, you are renowned, |
156 |
Είθε οι εντολές σου να επικρατήσουν σε όλους τους Ανουννάκι.” |
Let your commands prevail over all the Anunnaki. |
157 |
Του έδωσε την Πινακίδα των Πεπρωμένων και την έδεσε στο στήθος του, |
She gave him the Tablet of Destinies and fastened it to his breast, |
158 |
(Λέγοντας) “Η εντολή σου δεν μπορεί να αλλαχθεί· ας είναι τα λόγια του στόματός σου σταθερά.” |
(Saying) “Your order may not be changed; let the utterance of your mouth be firm.” |
159 |
Αφού ο Κίνγκου υψώθηκε και απέκτησε τη δύναμη της βασιλείας, |
After Qingu was elevated and had acquired the power of Anuship |
160 |
Διακήρυξε τις μοίρες των θεών, των υιών της: |
He decreed the destinies for the gods, her sons: |
161 |
“Είθε τα λόγια του στόματός σας να υποτάξουν το θεό της φωτιάς, |
“May the utterance of your mouths subdue the fire-god, |
162 |
Είθε το συγκεντρωμένο σας δηλητήριο να καταστείλει την έχθρα” |
May your poison by its accumulation put down aggression.” |
|
|
Πινακίδα II |
|
1 |
Η Τιαμάτ συγκέντρωσε τη δημιουργία της |
Tia-mat gathered together her creation |
2 |
Και οργάνωση μάχη ενάντια στους θεούς, τους απογόνους της. |
And organised battle against the gods, her offspring. |
3 |
Από εκείνο το σημείο και μετά η Τιαμάτ σχεδίαζε κακό εξαιτίας του Απσού |
Henceforth Tia-mat plotted evil because of Apsû |
4 |
Μαθεύτηκε από τον Έα ότι είχε οργανώσει τη σύγκρουση. |
It became known to Ea that she had arranged the conflict. |
5 |
Ο Έα άκουσε το για το ζήτημα, |
Ea heard this matter, |
6 |
Έπεσε σε σιωπή στο δωμάτιό του και έμεινε ακίνητος. |
He lapsed into silence in his chamber and sat motionless. |
7 |
Αφού το συλλογίστηκε καλά και ο θυμός του καταλάγιασε |
After he had reflected and his anger had subsided |
8 |
Κατεύθυνε τα βήματά του προς τον Ανσάρ τον πατέρα του. |
He directed his steps to Anšar his father. |
9 |
Βρέθηκε ενώπιον του πατέρα του, του γεννήτορά του, του Ανσάρ, |
He entered the presence of the father of his begetter, Anšar, |
10 |
Και του διηγήθηκε τα πάντα για τα σχέδια της Τιαμάτ. |
And related to him all of Tia-mat’s plotting. |
11 |
“Ω πατέρα μου, η Τιαμάτ η μητέρα μας έχει συλλάβει ένα μίσος για εμάς |
“My father, Tia-mat our mother has conceived a hatred for us, |
12 |
Έχει φτιάξει μια στρατιά με το άγριο μένος της. |
She has established a host in her savage fury. |
13 |
Όλοι οι θεοί έχουν στραφεί σ’αυτή |
All the gods have turned to her, |
14 |
Ακόμα και εκείνοι που εσείς γεννήσατε παίρνουνε το μέρος της |
Even those you (pl.) begat also take her side |
|
Επανάληψη στίχων Ι, 129-162 |
15 |
Αυτοί . . . . . και πήραν το μέρος της Τιαμάτ, |
They . . . . . and took the side of Tia-mat, |
16 |
Κάναν άγρια σχέδια, ακοίμητοι μέρα και νύχτα |
Fiercely plotting, unresting by night and day, |
17 |
Με όρεξη για μάχη, οργισμένοι, θυελλώδεις, |
Lusting for battle, raging, storming, |
18 |
Έστησαν έναν στρατό για να προκαλέσουν σύγκρουση. |
They set up a host to bring about conflict. |
19 |
Η Μητέρα Χούμπουρ, που δημιουργεί τα πάντα, |
Mother Ḫubur, who forms everything, |
20 |
Προμήθευσε ανίκητα όπλα και γέννησε γιγάντια ερπετά. |
Supplied irresistible weapons, and gave birth to giant serpents. |
21 |
Είχαν κοφτερά δόντια, ήταν δίχως έλεος . . . . |
They had sharp teeth, they were merciless . . . . |
22 |
Με δηλητήριο αντί για αίμα γέμισε τα σώματά τους. |
With poison instead of blood she filled their bodies. |
23 |
Έντυσε τα φοβερά τέρατα με δέος, |
She clothed the fearful monsters with dread, |
24 |
Τα φόρτωσε με μία αύρα και τα έκανε σαν θεούς. |
She loaded them with an aura and made them godlike. |
25 |
(Είπε,) “Όποιος τα βλέπει, ας πεθαίνει αδύναμος, |
(She said,) “Let their onlooker feebly perish, |
26 |
Είθε δαρκώς να ορμάνε εμπρός και ποτέ να μην οπισθοχωρούν” |
May they constantly leap forward and never retire.” |
27 |
Δημιούργησε την Ύδρα, το Δράκοντα, τον Τριχωτό Ήρωα |
She created the Hydra, the Dragon, the Hairy Hero |
28 |
Το Μεγάλο Δαίμονα, τον Άγριο Σκύλο και τον Άνθρωπο-Σκορπιό, |
The Great Demon, the Savage Dog, and the Scorpion-man, |
29 |
Άγριους δαίμονες, τον Άνθρωπο-Ψάρι και τον Άνθρωπο-Ταύρο |
Fierce demons, the Fish-man, and the Bull-man, |
30 |
Που φέρουνε όπλα δίχως έλεος, άφοβοι μπροστά στη μάχη. |
Carriers of merciless weapons, fearless in the face of battle. |
31 |
Οι εντολές της ήταν τρομερές και δεν μπορούσαν να αγνοηθούν. |
Her commands were tremendous, not to be resisted. |
32 |
Συνολικά έφτιαξε έντεκα από εκείνο το είδος. |
Altogether she made eleven of that kind. |
33 |
Μεταξύ των θεών, των υιών της, που αποτελούσαν το στρατό της, |
Among the gods, her sons, whom she constituted her host, |
34 |
Εξήρε τον Κίνγκου και τον ύψωσε ανάμεσά τους. |
She exalted Qingu, and magnified him among them. |
35 |
Τη διοίκηση του στρατού, την κατεύθυνση της ορδής, |
The leadership of the army, the direction of the host, |
36 |
Το ποιος θα έφερε ποιο όπλο, την εκστρατεία, την έναρξη της σύγκρουσης, |
The bearing of weapons, campaigning, the mobilization of conflict, |
37 |
Την πρώτη εξουσία στη μάχη, την υπέρτατη διοίκηση, |
The chief executive power of battle, supreme command, |
38 |
Την εμπιστεύτηκε σ’αυτόν και τον έβαλε σε ένα θρόνο, |
She entrusted to him and set him on a throne, |
39 |
“Έριξα ένα ξόρκι για σένα και σε ανύψωσα πάνω από όλους στη στρατιά των θεών, |
“I have cast the spell for you and exalted you in the host of the gods, |
40 |
Σου παρέδωσα τη διοίκηση όλων των θεών. |
I have delivered to you the rule of all the gods. |
41 |
Είσαι πράγματι ένδοξος, ο σύζυγός μου, είσαι ξακουστός, |
You are indeed exalted, my spouse, you are renowned, |
42 |
Είθε οι εντολές σου να επικρατήσουν σε όλους τους Ανουννάκι.” |
Let your commands prevail over all the Anunnaki. |
43 |
Του έδωσε την Πινακίδα των Πεπρωμένων και την έδεσε στο στήθος του, |
She gave him the Tablet of Destinies and fastened it to his breast, |
44 |
(Λέγοντας) “Η εντολή σου δεν μπορεί να αλλαχθεί· ας είναι τα λόγια του στόματός σου σταθερά.” |
(Saying) “Your order may not be changed; let the utterance of your mouth be firm.” |
45 |
Αφού ο Κίνγκου υψώθηκε και απέκτησε τη δύναμη της βασιλείας, |
After Qingu was elevated and had acquired the power of Anuship |
46 |
Διακήρυξε τις μοίρες των θεών, των υιών της: |
He decreed the destinies for the gods, her sons: |
47 |
“Είθε τα λόγια του στόματός σας να υποτάξουν το θεό της φωτιάς, |
“May the utterance of your mouths subdue the fire-god, |
48 |
Είθε το συγκεντρωμένο σας δηλητήριο να καταστείλει την έχθρα” |
May your poison by its accumulation put down aggression.” |
49 |
Ο Ανσάρ άκουσε· το ζήτημα τον προβλημάτισε βαθειά |
Anšar heard; the matter was profoundly disturbing. |
50 |
Κραύγασε “Αλίμονο!” και δάγκωσε το χείλος του. |
He cried “Woe!” and bit his lip. |
51 |
Η καρδιά του ήταν οργισμένη, το μυαλό του δεν μπορούσε να ηρεμήσει. |
His heart was in fury, his mind could not be calmed. |
52 |
Πάνω από τον Έα τον υιό του η κραυγή του άρχισε να σταματάει. |
Over Ea his son his cry was faltering. |
53 |
“Ω υιέ μου, εσύ που προκάλεσες τον πόλεμο, |
“My son, you who provoked the war, |
54 |
Ανάλαβε την ευθύνη για ότι μόνος σου έκανες! |
Take responsibility for whatever you alone have done! |
55 |
Εσύ κίνησες και σκότωσες τον Απσού, |
You set out and killed Apsû, |
56 |
Και όσο για την Τιαμάτ, που εσύ εξόργισες, πού βρίσκεται ο ίσος της;” |
And as for Tia-mat, whom you made furious, where is her equal?” |
57 |
Ο οργανωτής του συμβουλίου, ο σοφός πρίγκηπας, |
The gatherer of counsel, the learned prince, |
58 |
Ο δημιουργός της σοφίας, ο θεός Νούντιμμουντ |
The creator of wisdom, the god Nudimmud |
59 |
Με λόγια καθησυχαστικά και με ήρεμο τρόπο |
With soothing words and calming utterance |
60 |
Απαλά απάντησε [στον] πατέρα του Ανσάρ |
Gently answered [his] father Anšar |
61 |
“Ω πατέρα μου, [με το] βαθύ μυαλό, που διατάζεις το πεπρωμένο, |
“My father, deep mind, who decrees destiny, |
62 |
Που έχεις τη δύναμη να δημιουργείς και να καταστρέφεις, |
Who has the power to bring into being and destroy, |
63 |
Ανσάρ, [με το] βαθύ μυαλό, που διατάζεις το πεπρωμένο, |
Anšar, deep mind, who decrees destiny, |
64 |
Που έχεις τη δύναμη να δημιουργείς και να καταστρέφεις, |
Who has the power to bring into being and to destroy, |
65 |
Θέλω να σου πω κάτι, ηρέμησε για χάρη μου για μια στιγμή |
I want to say something to you, calm down for me for a moment |
66 |
Και συλλογίσου πως έκανα μια πράξη για να βοηθήσω. |
And consider that I performed a helpful deed. |
67 |
Πριν σκοτώσω τον Απσού |
Before I killed Apsû |
68 |
Ποιος θα μπορούσε να είχε προβλέψει την τωρινή κατάσταση; |
Who could have seen the present situation? |
69 |
Πριν τον τελειώσω γρήγορα |
Before I quickly made an end of him |
70 |
[Πώς να ήξερα] ποια θα ήταν τα αποτελέσματα αν τον κατέστρεφα; |
What were the circumstances were I to destroy him? |
71 |
Ο Ανσάρ άκουσε, τα λόγια τον ευχαρίστησαν. |
Anšar heard, the words pleased him. |
72 |
Η καρδιά του ηρεμούσε μιλώντας στον Έα, |
His heart relaxed to speak to Ea, |
73 |
“Ω υιέ μου, οι πράξεις σου είναι αντάξιες ενός θεού, |
“My son, your deeds are fitting for a god, |
74 |
Είσαι ικανός για άγριο, αμίμητη επίθεση . . [ . . . ] |
You are capable of a fierce, unequalled blow . . [ . . . ] |
75 |
Έα, οι πράξεις σου είναι αντάξιες ενός θεού, |
Ea, your deeds are fitting for a god, |
76 |
Είσαι ικανός για άγρια, αμίμητη επίθεση . . [ . . . ] |
You are capable of a fierce, unequalled blow . . [ . . . ] |
77 |
Πήγαινε στην Τιαμάτ και κατεύνασε την επίθεσή της, |
Go before Tia-mat and appease her attack, |
78 |
. . [ . . . ] . . . την οργή της με το ξόρκι [σου]“ |
. . [ . . . ] . . . her fury with [your] incantation.” |
79 |
Άκουσε το λόγο του Ανσάρ, του πατέρα του, |
He heard the speech of Anšar his father, |
80 |
Πήρε το δρόμο προς εκείνη, προχώρησε στην οδό προς εκείνη. |
He took the road to her, proceeded on the route to her. |
81 |
Πήγε, κατάλαβε τα κόλπα της Τιαμάτ, |
He went, he perceived the tricks of Tia-mat, |
82 |
[Στάματησε],έμεινε σιωπηλός και γύρισε πίσω. |
[He stopped], fell silent, and turned back. |
83 |
Βρέθηκε ενώπιον του μεγαλοπρεπούς Ανσάρ |
[He] entered the presence of august Anšar |
84 |
Του απευθύνθηκε με μεταμέλεια, |
Penitently addressing him, |
85 |
“[Ω πατέρα μου,] οι πράξεις της Τιαμάτ είναι πολύ ισχυρές για μένα. |
“[My father], Tia-mat’s deeds are too much for me. |
86 |
Κατάλαβα το σχέδιό της και το ξόρκι [μου] δεν ήταν αντάξιό του. |
I perceived her planning, and [my] incantation was not equal (to it). |
87 |
Η δύναμή της είναι μεγάλη, είναι γεμάτη δέος, |
Her strength is mighty, she is full of dread, |
88 |
Είναι συνολικά πολύ δυνατή, κανείς δε μπορεί να την αντιμετωπίσει. |
She is altogether very strong, none can go against her. |
89 |
Η πολύ δυνατή κραυγή της δε μειώθηκε, |
Her very loud cry did not diminish, |
90 |
[Φοβήθηκα] από την κραυγή της και επέστρεψα. |
[I became afraid] of her cry and turned back. |
91 |
[Πατέρα μου], μην χάνεις την ελπίδα, στείλε ένα δεύτερο άτομο εναντίον της. |
[My father], do not lose hope, send a second person against her. |
92 |
Αν και η δύναμη μιας γυναίκας είναι πολύ μεγάλη, δεν είναι ίση με ενός άνδρα. |
Though a woman’s strength is very great, it is not equal to a man’s. |
93 |
Σκόρπισε τους ακολούθους της, διέλυσε τα σχέδιά της |
Disband her cohorts, break up her plans |
94 |
Πριν μας πιάσει στα χέρια της.” |
Before she lays her hands on us.” |
95 |
Ο Ανσάρ κραύγασε με έντονη οργή, |
Anšar cried out in intense fury, |
96 |
Απευθυνόμενος στον υιό του τον Άνου, |
Addressing Anu his son, |
97 |
“Ω τιμημένε υιέ, ήρωα, μαχητή, |
“Honoured son, hero, warrior, |
98 |
Που η δύναμή σου είναι τεράστια, που η επίθεσή σου ακατανίκητη |
Whose strength is mighty, whose attack is irresistible |
99 |
Βιάσου και πήγαινε μπροστά στην Τιαμάτ, |
Hasten and stand before Tia-mat, |
100 |
Κατεύνασε την οργή της, ώστε να γαληνέψει η καρδιά της |
Appease her rage that her heart may relax |
101 |
Αν δεν ακούσει τα λόγια σου, |
If she does not harken to your words, |
102 |
Απεύθυνέ της λόγια ικεσίας για να κατευναστεί.” |
Address to her words of petition that she may be appeased.” |
103 |
Άκουσε τα λόγια του Ανσάρ, του πατέρα του, |
He heard the speech of Anšar his father, |
104 |
Πήρε το δρόμο προς εκείνη, προχώρησε στην οδό προς εκείνη. |
He took the road to her, proceeded on the route to her. |
105 |
Ο Άνου πήγε, κατάλαβε τα κόλπα της Τιαμάτ, |
Anu went, he perceived the tricks of Tia-mat, |
106 |
Στάματησε, έμεινε σιωπηλός και γύρισε πίσω. |
He stopped, fell silent, and turned back. |
107 |
Βρέθηκε ενώπιον του μεγαλοπρεπούς Ανσάρ |
He entered the presence of Anšar the father who begat him, |
108 |
Του απευθύνθηκε με μεταμέλεια, |
Penitently addressing him. |
109 |
“Ω πατέρα μου, [οι πράξεις] της Τιαμάτ είναι πολύ [ισχυρές] για μένα. |
“My father, Tia-mat’s [deeds] are too much for me. |
110 |
Κατάλαβα το σχέδιό της και το [ξόρκι] μου δεν ήταν [αντάξιό] του. |
I perceived her planning, but my [incantation] was not [equal] (to it). |
111 |
Η δύναμή της είναι μεγάλη, είναι γεμάτη δέος, |
Her strength is mighty, she is [full] of dread, |
112 |
Είναι συνολικά πολύ δυνατή, κανείς [δε μπορεί να την αντιμετωπίσει.] |
She is altogether very strong, no one [can go against her]. |
113 |
Η πολύ δυνατή κραυγή της δε μειώθηκε, |
Her very loud noise does not diminish, |
114 |
Φοβήθηκα από την κραυγή της και επέστρεψα. |
I became afraid of her cry and turned back. |
115 |
Ω πατέρα μου, μην χάνεις την ελπίδα, στείλε ένα άλλο άτομο εναντίον της. |
My father, do not lose hope, send another person against her. |
116 |
Αν και η δύναμη μιας γυναίκας είναι πολύ μεγάλη, δεν είναι ίση με ενός άνδρα. |
Though a woman’s strength is very great, it is not equal to a man’s. |
117 |
Σκόρπισε τους ακολούθους της, διέλυσε τα σχέδιά της, |
Disband her cohorts, break up her plans, |
118 |
Πριν μας πιάσει στα χέρια της.” |
Before she lays her hands on us.” |
119 |
Ο Ανσάρ έπεσε σε σιγή κοιτώντας το έδαφος, |
Anšar lapsed into silence, staring at the ground, |
120 |
Έκανε νόημα στον Έα κουνώντας το κεφάλι του. |
He nodded to Ea, shaking his head. |
121 |
Οι Ιγκίγκι και όλοι οι Ανουννάκι είχαν συγκεντρωθεί, |
The Igigi and all the Anunnaki had assembled, |
122 |
Έκατσαν σιωπηλοί με σφιγμένα τα χείλη. |
They sat in tight-lipped silence. |
123 |
Κανείς θεός δεν ήθελε να αντιμετωπίσει . . [ . . ] |
No god would go to face . . [ . . ] |
124 |
Θα αντιμετώπιζε την Τιαμάτ . . . . [ . . ] |
Would go out against Tia-mat . . . . [ . . ] |
125 |
Όμως ο Κύριος Ανσάρ, ο πατέρας των μεγάλων θεών, |
Yet the lord Anšar, the father of the great gods, |
126 |
Ήταν θυμωμένος στην καρδιά του και δεν κάλεσε κανέναν [για ακρόαση] |
Was angry in his heart, and did not summon any one. |
127 |
Τον πανίσχυρο υιό, τον εκδικητή του πατέρα του, |
A mighty son, the avenger of his father, |
128 |
Που σπεύδει στον πόλεμο, τον μαχητή Μαρντούκ |
He who hastens to war, the warrior Marduk |
129 |
ο Έα τον κάλεσε στα ιδιαίτερά του διαμερίσματα |
Ea summoned (him) to his private chamber |
130 |
Για να του εξηγήσει τα σχέδιά του. |
To explain to him his plans. |
131 |
“Ω Μάρντουκ, συμβούλεψε, άκουσε τον πατέρα σου. |
“Marduk, give counsel, listen to your father. |
132 |
Είσαι ο υιός μου, που πολύ με ευχαριστείς, |
You are my son, who gives me pleasure, |
133 |
Πήγαινε με σεβασμό ενώπιον του Ανσάρ, |
Go reverently before Anšar, |
134 |
Μίλα, πάρε θέση, κατεύνασέ τον με το βλέμμα σου.” |
Speak, take your stand, appease him with your glance.” |
135 |
Ο Μπελ χάρηκε με τα λόγια του πατέρα του, |
Be-l rejoiced at his father’s words, |
136 |
Πλησίασε και στάθηκε ενώπιον του Ανσάρ |
He drew near and stood in the presence of Anšar. |
137 |
Ο Ανσάρ τον είδε, η καρδιά του γέμισε με ικανοποίηση, |
Anšar saw him, his heart filled with satisfaction, |
138 |
Φίλησε τα χείλη του και έδιωξε τον φόβο του. |
He kissed his lips and removed his fear. |
139 |
“[Ω πατέρα] μου, μη σιωπάς, αλλά μίλησε, |
“My [father] do not hold your peace, but speak forth, |
140 |
Θα πάω και θα πραγματοποιήσω τις επιθυμίες σου! |
I will go and fulfil your desires! |
141 |
“[Ω Ανσάρ,] μη σιωπάς, αλλά μίλησε, |
[Anšar,] do not hold your peace, but speak forth, |
142 |
Θα πάω και θα πραγματοποιήσω τις επιθυμίες σου! |
I will go and fulfil your desires! |
143 |
Ποιος τράβηξε τα όπλα του εναντίον σου; |
Which man has drawn up his battle array against you? |
144 |
Και η Τιαμάτ, που είναι γυναίκα, θα σου επιτεθεί με τα όπλα της; |
And will Tia-mat, who is a woman, attack you with (her) weapons? |
145 |
["Ω πατέρα μου], γεννήτορα, να χαίρεσαι και να είσαι ευτυχής, |
["My father], begetter, rejoice and be glad, |
146 |
Σύντομα θα πατάς στο λαιμό της Τιαμάτ! |
Soon you will tread on the neck of Tia-mat! |
147 |
[Ω Ανσάρ], γεννήτορα, να χαίρεσαι και να είσαι ευτυχής, |
[Anšar], begetter, rejoice and be glad, |
148 |
Σύντομα θα πατάς στο λαιμό της Τιαμάτ!” |
Soon you will tread on the neck of Tia-mat!” |
149 |
["Πήγαινε,] ω υιέ μου, κάτοχε όλης της γνώσης, |
["Go,] my son, conversant with all knowledge, |
150 |
Κατεύνασε την Τιαμάτ με το αγνό σου ξόρκι. |
Appease Tia-mat with your pure spell. |
151 |
Οδήγησε το άρμα της καταιγίδας χωρίς καθυστέρηση, |
Drive the storm chariot without delay, |
152 |
Και με [ . . ] που δεν μπορεί να αποκρουστεί εκδίωξέ την” |
And with a [ . . ] which cannot be repelled turn her back.” |
153 |
Ο Μπελ χάρηκε με τα λόγια του πατέρα του, |
Be-l rejoiced at his father’s words, |
154 |
Με ευτυχή καρδιά απευθύνθηκε στον πατέρα του, |
With glad heart he addressed his father, |
155 |
“Ω κύριε των θεών, Πεπρωμένο των μεγάλων θεών, |
“Lord of the gods, Destiny of the great gods, |
156 |
Αν γίνω ο εκδικητής σου, |
If I should become your avenger, |
157 |
Αν [καταφέρω να] δέσω την Τιαμάτ και να προστατεύσω [τη ζωή σου], |
If I should bind Tia-mat and preserve you, |
158 |
Συγκάλεσε συμβούλιο και διακήρυξε για μένα ένα λαμπρό πεπρωμένο. |
Convene an assembly and proclaim for me an exalted destiny. |
159 |
Καθίστε, όλοι σας, στο Ουπσουκκινάκκου με χαρά, |
Sit, all of you, in Upšukkinakku with gladness, |
160 |
Και άφησε εμένα, με τη φωνή μου, να ορίζω πεπρωμένα αντί για σένα. |
And let me, with my utterance, decree destinies instead of you. |
161 |
Ό,τι προκαλώ δεν πρέπει να αλλάζεται, |
Whatever I instigate must not be changed, |
162 |
Ούτε οι εντολές μου να ακυρώνονται ή να αλλάζονται.” |
Nor may my command be nullified or altered.” | | |
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου