Σύμπαν και άνθρωπος

Όλα στο σύμπαν αφορούν τη μεταμόρφωση.Η ζωή μας μοιάζει με τις σκέψεις που τη διαμορφώνουν.

Μάρκος Αυρήλιος

Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2012

Σημειώσεις στο έργο του Πρόκλου “Περί της κατά Πλάτωνα Θεολογίας – Βιβλίο 2ο”

Η παρούσα μελέτη είναι βασισμένη στο δεύτερο βιβλίο του Πλατωνικού φιλοσόφου Πρόκλου.
Στην μελέτη αυτή καταγράφονται αποσπάσματα του βιβλίου αυτού καθιστώντας τις Πλατωνικές απόψεις περισσότερο σαφείς.
Βιβλίο 2
Παρακάτω θα παραληφθούν οι διεξοδικές αναλύσεις και αποδείξεις των συμπερασμάτων και θα παρατεθούν διάφορα σχόλια για τα συμπεράσματα του Πρόκλου στο βιβλίο αυτό.
Η παρουσίαση αυτή έχει σκοπό να δειχθούν με απλό κατανοητό τρόπο οι θέσεις του Πρόκλου χωρίς να μπερδεύεται ο αναγνώστης από τον τρόπο μελέτης των ζητημάτων.
Έτσι με άλλα λόγια η παρουσίαση αυτή είναι μια περίληψη και απλούστευση των απόψεων του Πρόκλου.
Α. Συλλογιστική πορεία η οποία οδηγεί στην υπερούσια αρχή των πάντων με βάση την μελέτη του Ενός και του πλήθους.
Εδώ ο Πρόκλος εξετάζει την σχέση του Ενός με τα όντα. Για να διαχωρίσει τις δύο έννοιες ονομάζει το Εν ως έχει, Εν, και τα όντα τα ονομάζει “πλήθος”.
Έως το 9.3 αναλύονται τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την υπόθεση ότι δεν υπάρχει το Εν.
3.12.
Όλα τα όντα και όλες οι φύσεις των όντων είναι αναγκαίο
  1. ή να είναι μόνο πολλά χωρίς να υπάρχει καμία ενότητα σε αυτά, ούτε σε κάθε ένα χωριστά ούτε στο σύνολο των όντων
  2. ή να είναι ένα μόνο, χωρίς να υπάρχει κανένα πλήθος σε αυτά, αλλά όντας όλα συνενωμένα σε μια κοινή δύναμη της ύπαρξης
  3. ή να είναι το ον πολλά και ένα
    1. για να μην κυριαρχεί μόνο του το πλήθος στα όντα
    2. ούτε και να αναγκαζόμαστε “όλα μαζί” ακόμα και τα αντίθετα να τα ανακατεύουμε στο ίδιο μείγμα.
Ο Πρόκλος εδώ παραθέτει τρεις απόψεις περί του ενός και του πλήθους. Εξετάζει ποια από τις τρεις μπορεί να ισχύει στην συνέχεια με αναλυτική σκέψη.
Η πρώτη άποψη θέλει τα όντα πολλά χωρίς καμία ενότητα, ούτε σαν όντα ούτε σαν σύνολο.
Η δεύτερη άποψη θέλει τα όντα να είναι ενωμένα σε κάτι τις ενιαίο και έτσι να υπάρχει το πλήθος.
Η τρίτη άποψη θέλει να υπάρχει το Εν και τα πολλά. Έτσι το πλήθος δεν θα είναι αυτό που κυριαρχεί στα όντα αλλά και τα αντίθετα του Γίγνεσθαι δεν θα είναι το ίδιο με τα όντα του Είναι, όλα μαζί σε ένα σύνολο, “μείγμα”.
4.8-22
Αν λοιπόν είναι πολλά τα όντα και πολλά κατ’ αυτόν τον τρόπο που είπαμε στην αρχή, χωρίς να υπάρχει πουθενά το ένα, πολλά και απίθανα θα προκύψουν, μάλλον όλη η φύση των όντων θα αφανιστεί εντελώς, αμέσως μόλις δεν υπάρχει τίποτα το οποίο να μην μπορεί να συμμετέχει στο ένα.
Εδώ ο Πρόκλος κάνει μια περίληψη ότι το Ον βασίζεται στο Εν και ότι αν δεν είναι το Εν τότε δεν μπορεί να υπάρχει το πλήθος των όντων.
Ο συλλογισμός εδώ πάει ως εξής:
Το Εν λογίζεται με τον αριθμό 1. Τα υπόλοιπα όντα με τους άλλους αριθμούς 2,3,4,5,6,7…
Αν δεν είναι το 1 τότε δεν μπορούν να υπάρξουν οι αριθμοί διότι κάθε αριθμός είναι σύνολο μονάδων. Δλδ το 2 = 1+1, …, 5=1+1+1+1+1 κτλ
Από τη άλλη κάθε αριθμός είναι μοναδικός δλδ υπάρχει μόνο ένα 5 ή ένα 6 ή ένα 7 κτλ επομένως σαν μοναδικότητα κάθε αριθμός είναι μια μονάδα. Αν δεν υπάρχει λοιπόν το 1 τότε ούτε τα αθροίσματα μπορούν να υπάρξουν ούτε οι μοναδικότητες ούτε σύνολα αριθμών όπως οι πεντάδες, εξάδες κτλ.
Γιατί κάθε ον πρέπει να υποστηρίξουμε ότι είναι ένα κάτι ή ότι δεν είναι τίποτα (μηδέν), και ότι αυτό που είναι ένα κάτι, υπάρχει, ενώ αυτό που είναι (μηδέν) ένα τίποτα δεν υπάρχει καθόλου.
Κάθε αριθμός είναι σαν ένα ον και είναι κάτι, π.χ. 4.
Το τίποτα δεν είναι αριθμός και έτσι δεν υπάρχει καθόλου, είναι μη μονάδα (μηδέν).
Αν υπάρχουν τα πολλά τότε κάθε ένα από τα μέρη των πολλών θα είναι κάτι
Οι μονάδες είναι τα μέρη από τους αριθμούς, έτσι ένα ον έχει μέρη και αυτό είναι κάτι τις και όχι τίποτα.
αν τα μέρη των πολλών δεν είναι κάτι τότε ούτε τα πολλά μπορούν να είναι κάτι και αυτά και να υπάρχουν.
Αν οι μονάδες των αριθμών ήταν τίποτα τότε και τα μέρη των όντων θα ήταν τίποτα και έτσι δεν θα υπήρχαν τα όντα. Επομένως οι μονάδες απαρτίζουν τους αριθμούς και με τον ίδιο τρόπο τα μέρη τα όντα.
Αν είναι λοιπόν μόνο πολλά και με κανένα τρόπο ένα δεν θα μπορούν να είναι ούτε πολλά.
Η μονάδα όμως είναι το Εν. Έτσι τα όντα βασίζονται στο Εν και δεν μπορούν να υπάρχουν χωρίς αυτό.
4.23 – 6.3
Αν είναι πολλά, όπως έχει υιοθετηθεί θα είναι άπειρες φορές άπειρα και αν πάρεις οποιοδήποτε από τα άπειρα και αυτό θα είναι άπειρες φορές άπειρο και ούτω καθεξής.
Ο Πρόκλος εδώ ερευνά αν τα όντα είναι άπειρες φορές άπειρα και καταλήγει στο συμπέρασμα.
5.15
Γιατί αν το ον είναι άπειρες φορές άπειρο δεν θα είναι δυνατόν ούτε να το γνωρίσει κανείς ούτε να το συλλάβει γιατί κάθε τι άπειρο είναι ασύλληπτο και άγνωστο.
Επομένως το Ον έχει πέρας και δεν είναι άπειρο.
Προσωπική σημείωση: Μπορεί όμως να έχει την ψευδαίσθηση του άπειρου διότι μπορεί να είναι σφαίρα, κύκλος κτλ.
6.3
Δεν υπάρχουν λοιπόν τα πολλά αν δεν υπάρχει το Ένα.
Τελικό συμπέρασμα δεν υπάρχουν τα πολλά χωρίς το Ένα αλλά ούτε είναι άπειρα χωρίς πέρας.
Το Ένα δίνει τόσο την υπόσταση όσο και το πέρας.
6.4 – 10.7
… τα ίδια πράματα θα είναι όμοια και ανόμοια ως προς τα ίδια πράματα…
Γιατί αν τα πολλά δεν είναι ένα τότε θα έχουν πάθει το ίδιο πράγμα να μην είναι ένα.
Θα είναι ίδια ως προς την στέρηση του Ενός.
… θα είναι τα πολλά όμοια μεταξύ τους…
έτσι τα όντα θα είναι όμοια μεταξύ τους ως προς την στέρηση του Ενός.
… θα είναι και οπωσδήποτε ανόμοια …
κάθε ον αν του αφαιρεθεί το Ένα τότε θα είναι πάλι ανόμοιο μεταξύ αυτών.
Για παράδειγμα αν το Εν είναι το 1 και τα όντα οι αριθμοί, και αφαιρέσουμε το 1 από κάθε αριθμό τότε οι αριθμοί όλοι θα είναι όμοιοι ως προς την πράξη της αφαίρεσης αλλά σαν αριθμοί θα είναι ανόμοιοι διότι το 3 θα έχει γίνει 2, το 4 θα έχει γίνει 3 κτλ.
7.8
Επιπλέον τα πολλά θα είναι και κινούμενα και ακίνητα αν δεν υπάρχει το Εν.
Αν κάθε ένα (από τα πολλά του Γίγνεσθαι) δεν είναι ένα, θα είναι αμετακίνητο ως προς την στέρηση του Ενός.
Γιατί όταν κάτι στερείται κάτι τις θέλει να το αποκτήσει. Και αυτό είναι μια μεταβολή.
Αν λοιπόν το πλήθος στερούνταν το Ένα θα μεταβάλλονταν για να το αποκτήσουν.
Αφού όμως υποθέτουμε ότι το πλήθος των όντων δεν έχει το ένα (αφού αυτό δεν υπάρχει υποθετικά) τότε το πλήθος θα είναι αμετακίνητο ως προς την στέρηση.
Αν όμως τα πολλά μένουν σταθερά αυτό σημαίνει ότι μένουν στην ίδια κατάσταση ή τόπο κτλ.
Δλδ τα πολλά μένουν σε κάτι τις ίδιο και έτσι εφαρμόζουν την “μονή” την στάση να είναι το ίδιο δλδ. Όταν όμως κάτι μένει είναι μονάδα είναι και έτσι ένα εν.
Κάθε τι λοιπόν που παραμένει σταθερό παραμένει σε κάποιο ένα.
Από την υπόθεση όμως ότι το πλήθος δεν έχει το εν σημαίνει ότι το πλήθος δεν είναι σταθερό.
Κάτι όμως που δεν είναι σταθερό κινείται.
Έτσι το πλήθος ταυτόχρονα είναι και σταθερό και κινείται αν υποθέσουμε ότι δεν υπάρχει το Εν.
Πράγμα που είναι αδύνατον.
Επομένως το Εν άρχει των υπάρξεων.
8.5
Αν δεν εστί το Εν δεν υπάρχει και κανένας αριθμός των όντων.
Το εν είναι και η μονάδα και η αρχή των αριθμών. Αν δεν υπάρχει η μονάδα δεν υπάρχουν οι αριθμοί αλλά ούτε τα σύνολα των αριθμών που είναι και αυτά μονάδες. Δλδ μια τριάδα είναι ένα σύνολο και ένα εν, το ίδιο και μια πεντάδα, και μια εξάδα κτλ.
Αν λοιπόν δεν υπάρχει το εν ή αλλιώς η μονάδα ούτε οι αριθμοί υπάρχουν ούτε τα σύνολα τους.
8.15
Αν δεν υπάρχει το Εν δεν θα υπάρχει και γνώση κανενός από τα όντα.
Παρακάτω από το 9.3 έως το 11.27 αναλύονται τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την υπόθεση ότι υπάρχει μόνο το Εν.
9.3 – 10.16
Αν δεν υπάρχουν τα πολλά αλλά μόνο το Εν τότε δεν θα υπήρχε σύνολο και μέρη και έτσι δεν θα υπήρχαν τα πολλά.
Διότι το Εν είναι ένα και δεν έχει μέρη. Σαν ένα και μόνο λοιπόν δεν έχει αρχή μέση και τέλος και δεν είναι σε τμήματα όπως ένα πλήθος. Επομένως αν υπήρχε μόνο το Εν δεν θα υπήρχε το πλήθος πράγμα αδύνατον.
9.17 – 9.21
Ακόμη δεν θα υπήρχε κανένα σχήμα κανενός όντως.
Η ευθεία έχει το μέσο και τα άκρα, ο κύκλος ένα σημείο ως κέντρο και την περιφέρεια ως τα δύο του άκρα. Τα άλλα σχήματα είναι μεικτά των δύο αυτών σχημάτων.
Επομένως αν δεν υπάρχει το πλήθος δεν θα υπήρχαν τα άκρα και τα μέση ως μέρη και έτσι δεν θα υπήρχαν τα σχήματα.
9.22 – 10.3
Αλλά όμως δεν θα υπάρχει κάτι που να συμπεριλαμβάνεται στον εαυτό του ούτε σε κάτι άλλο.
10.4 – 10.13
Ακόμη δεν θα είναι κάποιο από τα όντα ούτε σταθερό ούτε κινούμενο.
10.14 – 10.21
Θα είναι αδύνατον να είναι κάτι ίδιο και διαφορετικό κάποιου.
10.22 – 10.25
Αλλά όμως δεν θα είναι δυνατόν να είναι κάτι ούτε όμοιο ούτε ανόμοιο με κάτι.
11.1 – 11.7
Δεν είναι δυνατόν κάτι να έρθει σε επαφή με κάτι άλλο ούτε να αποχωριστεί από κάτι αν υπάρχει μόνο το Εν και τίποτα άλλο.
11.8 – 11.18
Δεν θα είναι κανένα από τα όντα ούτε ίσο ούτε άνισο.
Γενικά εδώ ο Πρόκλος με όλα αυτά θέλει να πει ότι όταν δεν υπάρχει το πλήθος και τα μέρη του δεν υπάρχει καμία σχέση μεταξύ των μερών αφού αυτά δεν υφίστανται.
Όλα αυτά όμως είναι αδύνατα διότι και τα μέρη υπάρχουν και οι σχέσεις μεταξύ τους.
Η μέθοδος του Πρόκλου για να δει αν ισχύει η φιλοσοφία περί του Ενός και του πλήθους εδώ βασίζεται σε υποθέσεις και στην δια άτοπον απαγωγή. Συγκρίνει τα συμπεράσματα των υποθέσεων με την πραγματικότητα και έτσι βλέπει ότι οι υποθέσεις περί της ανυπαρξίας του Ενός ή του πλήθους απλά παύουν να ισχύουν. Επομένως η φιλοσοφία περί του Ενός και του πλήθους ισχύει κατά την Πλατωνική θεώρηση.
Από το 12.1 έως το 14.17 γίνεται λόγος περί μεθέξεως.
12.1 – 12.4
Αλλά αν είναι και πολλά και ένα τότε:
  1. τα πολλά μετέχουν στο ένα ή
  2. το ένα στα πολλά ή
  3. και καθένα από τα δύο στο άλλο ή
  4. κανένα από τα δύο στο άλλο.
Σε αυτό το απόσπασμα 12.1 – 14.7 θα εξεταστούν αυτές οι υποθέσεις.
12.5 – 12.15
Αν ούτε το ένα μετέχει στα πολλά ούτε τα πολλά στο ένα, θα υπάρξουν τα ίδια παράλογα πράματα τα οποία και προηγουμένως αποδείξαμε για την υπόθεση της ύπαρξης μόνο των πολλών γιατί πάλι θα υπήρχαν τα πολλά χωρίς το ένα.
Στα προηγούμενα μέρη του βιβλίου είδαμε τι θα συνέβαινε αν τα πολλά και το Έν ήταν χωριστά.
Με βάσει ότι δεν είναι δυνατόν να συμβαίνει κάτι τέτοιο καταλήγουμε και στο συμπέρασμα ότι αφού υπάρχει σχέση των πολλών με το Εν θα υπάρχει και η μέθεξη μεταξύ τους.
Επομένως το να μην υπάρχει καθόλου μέθεξη είναι αδύνατον.
12.16 – 14.8
Αν όμως και το ένα μετέχει στα πολλά και τα πολλά στο ένα και καθένα από αυτά τα δύο συμπεριλαμβάνεται στο άλλο, είναι ανάγκη να υπάρχει μια διαφορετική τρίτη φύση εκτός από αυτά, η οποία δεν θα είναι ούτε ένα ούτε πολλά.
Σε αυτό το απόσπασμα του βιβλίου αποδεικνύεται ότι δεν μπορεί να υπάρχει ένα τρίτο αίτιο πιο πάνω από το Εν και τα πολλά διότι τότε αυτό θα ήταν η αρχή και θα ήταν ένα άλλο Εν.
12.24
Αν το Εν και το πλήθος μετέχουν το ένα στο άλλο ούτε το Εν θα είναι αίτιο της ύπαρξης για το πλήθος ούτε το πλήθος για το Εν.
13.15
Αν όμως και αυτό (το Εν) μετέχει στα πολλά , είναι φανερό ότι με την ίδια λογική θα παρουσιαστεί και άλλο πριν από αυτό και αυτό άπειρες φορές.
14.8
Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι:
  1. Το ένα δεν μετέχει στα πολλά
  2. ταυτόχρονα το ένα δεν μετέχει στα πολλά και τα πολλά στο ένα
  3. το ένα και τα πολλά έχουν σχέση μέθεξης και επομένως δεν ισχύει ότι κανένα από τα δύο δεν μετέχουν το ένα στο άλλο
  4. Τελικά τα πολλά είναι αυτά που μετέχουν στο Ένα
  5. Το Ένα όμως παραμένει απρόσμεικτο.
  6. Δεν υπάρχει κάτι ανώτερο από το Ένα.
  7. Το Ένα είναι το αίτιο της ύπαρξης.
Από όλα αυτά είναι ανάγκη και τα πολλά να μετέχουν στο Ένα και το Ένα απρόσμεικτο να είναι σε σχέση με τα πολλά και να μην υπάρχει τίποτα ανώτερο από το Ένα, αλλά αυτό να είναι αίτιο της ύπαρξης και για τα πολλά.
Γιατί κάθε τι στερούμενο από το Ένα δραπετεύει αμέσως στο τίποτα και στην φθορά του ενώ αυτό που δεν είναι πολλά, δεν είναι ταυτόχρονα μη πολλά και κανένα. Γιατί στο ένα το κανένα είναι αντίθετο ενώ στα πολλά τα μη πολλά.
Στο Ένα το κανένα είναι αντίθετο και όχι τα πολλά.
Αυτό σημαίνει ότι το Ένα και τα Όντα δεν είναι αντίθετα.
Τα Όντα προέρχονται από το Ένα.
Αυτό που είναι αντίθετο στο Ένα είναι το κανένα.
Αυτό που είναι αντίθετο στα πολλά είναι το μη πολλά.
Άρα τα Όντα και το Ένα βρίσκονται σε σχέση μεταξύ τους.
Τα πολλά δεν στερούνται το Ένα.
Ο,τι στερείται (υποθετικά, διότι αυτό θα σήμαινε πρόσβαση στο μη-ον) το Ένα δραπετεύει στο τίποτα (μηδέν).
B. Συλλογιστική πορεία που αποδεικνύει την υπερβατική οντότητα του Ενός από όλες τις σωματικές και ασώματες ουσίες.
14.18 – 14.22
Ερευνώντας κατά αυτόν τον τρόπο, αποδείξαμε ότι το ένα βρίσκεται υπεράνω του πλήθους και είναι αίτιο της ύπαρξης των πολλών.
Στο σημείο αυτό γίνεται αρχή της δεύτερης εξέτασης του θέματος του υπερούσιου χαρακτηριστικού του Ενός. Εδώ αναφέρεται το τελικό συμπέρασμα της πρώτης εξέτασης.
15.1 – 15.9
Είναι λοιπόν ανάγκη ή να είναι μία η αρχή ή πολλές γιατί πρέπει από εδώ μάλλον να αρχίσουμε.
  1. Και αν είναι πολλές ή να είναι ομοιοπαθείς μεταξύ τους ή σκορπισμένες μακριά η μία από την άλλη
    1. και να είναι ή πεπερασμένες ή άπειρες
  2. Αν όμως είναι μία πρέπει να είναι αυτή μη ουσία ή ουσία
    1. και αν είναι ουσία θα πρέπει να είναι σωματική ή ασώματη
      1. και αν είναι ασώματη να είναι χωριστή ή αχώριστη από τα σώματα
        1. και αν είναι χωριστή να είναι κινούμενη ή ακίνητη
    2. και αν δεν είναι ουσία θα πρέπει να είναι υποδεέστερη από κάθε ουσία ή συμμέτοχη στην ουσία ή αμέτοχη.
Θα εξεταστούν τα εξής:
Α. Αν η αρχή είναι μία ή πολλές.
Δεδομένου ότι η αρχή είναι μία θα εξεταστεί η αντίθετη άποψη ότι δλδ είναι πολλές.
Αν είναι λοιπόν πολλές οι αρχές θα δούμε αν είναι ομοιοπαθείς ή σκορπισμένες η μία από την άλλη.
Αν είναι πεπερασμένες ή άπειρες.
Β. Κατόπιν θα δούμε όταν είναι μία αν είναι αυτή ουσία ή όχι.
Ο Πρόκλος εδώ έχει σαν μοντέλο του Κόσμου το Είναι και το Γίγνεσθαι.
Στο Είναι και Γίγνεσθαι υπάρχουν τα όντα με ουσία ενώ το Εν είναι υπερούσιο.
Στο Είναι υπάρχουν τα όντα χωρίς σώμα και στο Γίγνεσθαι τα όντα με σώμα.
Για αυτό εδώ ο Πρόκλος θα εξετάσει τις αντίθετες απόψεις αν δλδ το Εν έχει ουσία ή όχι ή αν είναι υπερούσιο, αν είναι σώμα ή όχι. Αν είναι υποδεέστερο του σώματος κτλ.
15.10 – 15.18
Αν λοιπόν οι αρχές είναι πολλές και όχι ομοιοπαθείς μεταξύ του κανένα από τα όντα δεν θα προκύπτει από τις ίδιες ούτε θα είναι κοινές όλων αλλά κάθε μια θα δημιουργεί μόνη της …. Αν είναι λοιπόν διαφορετικές και δεν είναι τίποτα σε αυτές ίδιο θα είναι μόνο πολλές και με κανένα τρόπο Ένα.
Στο απόσπασμα αυτό ο Πρόκλος αποδεικνύει ότι αν οι αρχές είναι πολλές, δλδ έχουμε πολλά Εν και αυτά δεν είναι ομοιοπαθή τότε δεν θα είναι ίδιο σε αυτές τίποτα. Θα είναι όλες δλδ διαφορετικές. Αυτό θα σήμαινε ότι δεν μιλάμε για την αρχή τότε άλλα για το πλήθος.
Οπότε πολλές αρχές διαφορετικές περιγράφουν το πλήθος και όχι κάποια αρχή όπως το Εν.
15.19 – 16.4
Αν όμως είναι πολλές και ομοιοπαθείς θα έχουν κάτι κοινό ….
Στα ομοιοπαθή πράματα κυριαρχεί το κοινό τους χαρακτηριστικό. Διότι ομοιοπαθές είναι κάτι που παθαίνει κάτι όμοιο με το άλλο. Αυτό το κυρίαρχο χαρακτηριστικό όμως είναι μια μονάδα, ένα Εν με άλλα λόγια. Οπότε αν είναι πολλά και ομοιοπαθή δεν είναι αυτά αρχές αλλά πάλι το πλήθος.
16.5 – 16.13
Αν πάλι είναι άπειρες οι αρχές … το άπειρο τις κάνει άγνωστες και τις ίδιες και τα δημιουργήματα τους γιατί αν αγνοούνται οι αρχές είναι αναγκαίο να αγνοούνται και όσα παράγονται από αυτές.
16.14 – 16.21
Αν όμως είναι πεπερασμένες (οι αρχές), είναι φανερό ότι θα υπάρχει κάποιος αριθμός τους, γιατί λέμε αριθμό το περιορισμένο πλήθος, αν όμως υπάρχει αριθμός είναι ανάγκη να υπάρχει και το αίτιο των αριθμών, γιατί κάθε αριθμός προέρχεται από το Ένα και αυτό είναι η αρχή των αριθμών και το αίτιο του περιορισμένου πλήθους, επειδή και ο ίδιος ο αριθμός είναι ένα, και το πέρας είναι μέσα στα πολλά και περιορίζει τα πολλά με το ένα.
Στο απόσπασμα αυτό ο Πρόκλος αποδεικνύει ότι ακόμη και πολλές να είναι η αρχές με συγκεκριμένο αριθμό (πεπερασμένο πλήθος αρχών) τότε πάλι η αρίθμηση ξεκινά από το Ένα.
Και το Ένα αφού υπάρχει στην συγκρότηση κάθε αριθμού δρα σαν πέρας και έτσι ξεχωρίζει το που αρχίζει και που τελειώνει ένας αριθμός. Και επειδή η αριθμοί απεικονίζουν τα όντα σε αναλογία τα όντα έχουν σχήμα, μορφή, και πέρας διότι βασίζονται στο Εν που αυτό όμως δεν έχει μορφή, σχήμα αλλά με την υπέρλογη αυτή οντότητα του ορίζει το πέρας στις άλλες υπάρξεις.
Εδώ οι σκέψεις των φαινομενικά αντιθέτων αλληλοσυμπληρώνονται. Δλδ μια οντότητα χωρίς όρια και μορφή δίνει υπάρξεις με όρια και μορφή.
16.22 – 19.2
Σε αυτό το μεγάλο απόσπασμα θα οδηγηθούμε από έννοια σε έννοια για να καταλήξουμε τελικά σε συμπέρασμα “αν το Εν είναι σε σώμα ή όχι”.
Ο συλλογισμός είναι ο εξής, λαμβάνουμε σαν δεδομένα το προηγούμενο συμπέρασμα, ότι τελικά μία είναι η αρχή συν μια αυθαίρετη υπόθεση ότι το Εν είναι ουσία:
Αν λοιπόν μία είναι η αρχή και είναι ουσία, είναι αναγκαίο να συμφωνήσουμε … ότι είναι αυτή σωματική ή ασώματη. Αν είναι λοιπόν το σώμα το αίτιο της γέννησης … είναι ανάγκη αυτό να είναι διαιρετό και να χωρίζεται σε μέρη (αφού αυτή είναι η πραγματικότητα για κάθε σώμα) … Τα μέρη θα μετέχουν στο ίδιο πράμα ή όχι (το Εν δίνει την ιδιότητα του κοινού στοιχείου εδώ) … Αν δεν μετέχουν θα είναι μόνο πολλά και όχι Εν … Αν μετέχουν … είναι αναγκαίο αυτό να είναι ασώματο και αδιαίρετο ως προς την φύση του. Γιατί αν είναι αυτό σωματικό θα υπάρχει ε κάθε ένα από τα μέρη του ή όχι ολόκληρο … Αν υπάρχει ολόκληρο σε κάθε μέρος τότε θα είναι πάλι χωρισμένο και δεν θα είναι Εν … Επομένως πρέπει να είναι αδιαίρετο και χωρίς διαστάσεις για να είναι Ένα … Αν είναι αδιάστατο όμως είναι και ασώματο (διότι διαστάσεις έχουν τα σώματα μόνο).
Αφού λοιπόν ο συλλογισμός κατέληξε ότι το Εν είναι ασώματο, αδιάστατο και αδιαίρετο στην συνέχεια θα εξετάσουμε αν είναι αιώνιο ή φθαρτό.
Αλλά αν δεχθούμε ότι και η αρχή φθείρεται κανένα από τα όντα δεν θα είναι άφθαρτο. (Εδώ τα όντα είναι το σύνολο των άφθαρτων – αθάνατων Θεών και των θνητών υπάρξεων, αυτό είναι το Ον.) “γιατί αν χαθεί η αρχή , ούτε η ίδια ποτέ από κάτι άλλο ούτε και κάτι άλλο από εκείνην δεν θα δημιουργηθεί.” (Φαίδρος 245d) Αν όμως είναι άφθαρτη θα έχει την δύναμη να μην φθείρεται στο σύνολο του χρόνου (Έτσι οι Θεοί μαζί με το Εν βρίσκονται έξω από τον χρόνο, ενώ οι θνητοί μέσα στον χρόνο. Ο τόπος έξω από τον χρόνο είναι ο αιώνας και ο τόπος εντός του χρόνου είναι απλά ο μετρήσιμος χρόνος) Έτσι η αρχή θα είναι άπειρη στα αιώνια η οποία ύπαρξη είναι επ’ άπειρον.
Συμπέρασμα είναι ότι το Εν και οι Θεοί είναι άπειροι, αιώνιοι και άφθαρτοι.
Στην συνέχεια θα δούμε αν το άπειρο είναι διαιρετό ή αδιαίρετο.
Το άπειρο λοιπόν αυτό, εννοώ το άπειρο ως προς την δύναμη, ή είναι αδιαίρετο ή διαιρετό. Αλλά αν είναι διαιρετό τότε το άπειρο θα βρίσκεται σε κάποιο πεπερασμένο σώμα γιατί η αρχή είναι πεπερασμένη (βάσει της υπόθεσης της διαίρεσης αν ήταν άπειρη δεν θα υπήρχε κάτι άλλο εκτός από αυτήν), αν όμως είναι αδιαίρετο, ασώματη θα είναι η δύναμη της απειρίας της ύπαρξης, και η αρχή των όντων η ίδια η δύναμη, εξ αιτίας της οποίας πάντοτε υπάρχει αυτό που υπάγεται σε αυτήν.
Σε αυτό το πολύ σημαντικό απόσπασμα εξετάζουμε τι συμβαίνει σχετικά με την άπειρη ιδιότητα του Ενός. Από την στιγμή που είναι άπειρο δεν μπορεί να βρίσκεται σε πεπερασμένο σώμα και επομένως η δύναμη του Ενός είναι αδιαίρετη και ασώματη.
Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξει κάποιο ον με σώμα και την δύναμη του Ενός αφού αυτή είναι άπειρη, ασώματη και δεν μπορεί να βρεθεί σε κάτι πεπερασμένο. Αυτό σημαίνει ότι όσοι θνητοί εμφανιστούν στην Γη με θαυματουργικές ιδιότητες σε καμία περίπτωση δεν έχουν την άπειρη δύναμη της μιας αρχής. Επομένως ο Ιησούς των Χριστιανών δεν μπορεί να εμφάνισε την άπειρη δύναμη του Ενός αλλά την δικιά του μεριστή δύναμη που βασίζεται στο Εν ή σε άλλο Θεό.
Από την άλλη τίθεται το εύλογο ερώτημα αν οι Θεοί είναι άπειρη και το άπειρο είναι ενιαίο τότε αυτό σημαίνει ότι στην ουσία δεν υπάρχουν πολλοί Θεοί αλλά μια δύναμη, η άπειρη του Ενός και άρα ένας και μοναδικός Θεός;
Η απάντηση είναι ότι το Εν άρχει και οι Θεοί υπάρχουν και όλοι μαζί εμφανίζουν το ενιαίο σαν ένας οργανισμός πνευματικός. Προέκταση αυτής της σκέψης είναι ότι το Παν είναι και αυτό ένας ενιαίος οργανισμός μαζί οι Θεοί, το Εν και η ύλη του Γίγνεσθαι.
Επομένως το εδάφιο αυτό δεν αφήνει περιθώρια για την υπόθεση μονοθεϊσμού ή ενός υιού του Ενός με την δύναμη του Ενός. Ακόμη και ένας υιός του Ενός θα είχε όρια, διότι αντιλαμβανόμαστε ότι έτσι λειτουργούν οι νόμοι της φύσης, δλδ του Παντός.
19.25 – 20.26
Αν είναι ξεχωριστό το πρώτο από τα όντα και αυτό που είναι η αρχή των πάντων, είναι αναγκαίο να το θεωρήσουμε κινούμενο ή ακίνητο. Αν είναι κινούμενο θα υπάρχει και κάτι άλλο πριν από αυτό γύρω από το οποίο να κινείται. Γιατί καθετί που κινείται από την φύση του, κινείται γύρω από κάποιο άλλο που μένει σταθερό. Εκτός από αυτό κινείται λόγω της επιθυμίας κάποιου άλλου, γιατί αυτό πρέπει να κινείται επιθυμώντας κάτι, επειδή η κίνηση από μόνη της είναι απροσδιόριστη ενώ αυτό για το οποίο υπάρχει είναι ο σκοπός της.
Στο απόσπασμα αυτό έχουμε καταλήξει από τα προηγούμενα ότι το Εν ως αρχή των πάντων είναι ξεχωριστή από το Παν. Στην συνέχεια εξετάζει ο Πρόκλος αν η αρχή είναι σε κίνηση ή όχι.
Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι για να ερευνήσουμε την κίνηση θα πρέπει να δούμε αν το Εν επιθυμεί κάτι. Διότι τα πάντα που κινούνται (εννοεί την κίνηση την ψυχική ή την κίνηση του νου, των σκέψεων που με την σειρά τους βάζουν το σώμα να κάνει πράξεις) κινούνται λόγω της επιθυμίας τους για κάτι. Έτσι δεν θα μελετήσει τόσο την κίνηση, που είναι απροσδιόριστη αλλά τον σκοπό της κίνησης, δλδ αν το Εν επιθυμεί κάτι ή όχι.
Αν κινείται λοιπόν θα επιθυμεί κάτι ή τον εαυτό του. Καθετί που επιθυμεί τον εαυτό του είναι ακίνητο γιατί καθετί που παραμένει ικανοποιημένο με τον εαυτό του γιατί θα χρειαζόταν να πάει σε κάτι άλλο;
Εξετάζει λοιπόν την επιθυμία. Αν επιθυμεί τον εαυτό του τότε θα είναι ακίνητο διότι δεν θα μεταβαίνει σε κάτι. Για παράδειγμα οι άνθρωποι μεταβαίνουν σε σκέψεις διότι αναγκαστικά αναζητούν πάντα κάτι, υγίεια, άνεση, ομορφιά, καλοπέραση, ένταση, έρωτα κτλ…
Το Εν όμως αν επιθυμεί τον ίδιο του τον εαυτό δεν θα μεταβαίνει σε όλα αυτά ή σε αντίστοιχα. Θα είναι λοιπόν ικανοποιημένο με την ίδια την οντότητα του. Αν λοιπόν γίνεται αυτό το Εν είναι ακίνητο.
Αλλά και στα κινούμενα, όποιο είναι πιο κοντά στο αγαθό είναι μικρότερη η κίνηση, ενώ όποιο είναι πιο μακριά είναι μεγαλύτερη.
Τα δε κινούμενα όπως οι ανθρώπινες σκέψεις και επιθυμίες, όταν είναι κοντά στο αγαθό είναι σε μικρότερη κίνηση, πραότητα, όταν είναι μακρύτερα είναι σε αναστάτωση και ένταση.
Αυτό όμως που έχει το αγαθό μέσα στον εαυτό του και εξαιτίας του οποίου υπάρχει θα είναι αυτό ακίνητο και σταθερό. Γιατί παραμένοντας πάντα στον εαυτό του παραμένει στο αγαθό.
Το Εν όμως που είναι το αγαθό, ο εαυτός του, θα είναι το ακίνητο. Σε επίπεδο ψυχικό θα μιλούσαμε για ψυχή που δεν αναστατώνεται, δεν ταράσσεται, είναι σε πραότητα και αφοβία, δεν επιθυμεί κτλ.
… η αρχή είναι αυτό για το οποίο όλα υπάρχουν και το οποίο όλα επιθυμούν και δεν έχει έλλειψη από τίποτα, γιατί αν έχει έλλειψη από κάτι θα είναι οπωσδήποτε υποδεέστερη από αυτό που χρειάζεται και σε αναφορά με αυτό, επειδή το επιθυμεί, θα είχε την ενέργεια της.
21.1 – 22.19
Σε αυτό το απόσπασμα ο Πρόκλος εξετάζει την σχέση Ενός και ουσίας.
Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το Εν είναι ανώτερο από την ουσία και όχι η ουσία από το Εν, διότι το Εν δίνει την υπόσταση ακόμη και στην ουσία.
22.20 – 23.13
Αν όμως αυτό που δεν είναι ουσία είναι ανώτερο από κάθε ουσία, ή θα συμμετέχει η ουσία σε αυτό ή δεν θα συμμετέχει καθόλου. Αλλά αν η ουσία μετέχει στην αρχή, θα είναι αρχή κάποιου και όχι αρχή όλων των όντων. Γιατί η αρχή των όντων δεν πρέπει να ανήκει σε κανένα από τα όντα, γιατί αν ανήκει σε ένα είναι αναγκαίο να μην είναι όλων των όντων.
Εδώ ο Πρόκλος λέει ότι η ουσία δεν μετέχει στον Εν. Εκτός αυτού το Εν πρέπει να είναι ανεξάρτητο από τα όντα. Αν ένα ον όπως ένας άνθρωπος ή ένας υιός Θεού κατείχε το Εν, τότε δεν θα ήταν αρχή όλων των όντων. Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός με το όνομα Εν, δεν μπορεί να είναι ταυτόσημος ή κτίση του νου, της ψυχής ή άλλης ιδιότητας ή κατάστασης σε ενσαρκωμένο ον.
Επομένως η θεωρία των Χριστιανών περί ανθρώπου που είναι το Εν ως το ίδιο πρόσωπο δεν μπορεί να είναι ορθή.
Γιατί καθετί στο οποίο μετέχει κάτι άλλο λέγεται ότι ανήκει σε αυτό, από το οποίο δέχεται συμμετοχή και στο οποίο πρωταρχικά υπάρχει, η αρχή όμως είναι ξεχωριστή και ανήκει μάλλον στον εαυτό της παρά σε άλλα … Είναι λοιπόν το αίτιο όλων των όντων υπεράνω κάθε ουσίας και ξεχωριστό από κάθε ουσία ούτε ως προσθήκη, γιατί αυτή η πρόσθεση είναι μείωση, της απλότητας και της ενότητας.
Γ. Περισσότεροι συλλογισμοί οι οποίοι επιβεβαιώνουν το ίδιο πράγμα και αποδεικνύουν την βασική θέση για την οντότητα του Ενός αδιάψευστη.
23.14 – 23.24
Αυτό [που] είναι αίτιο όλων των όντων
    1. στο οποίο μετέχουν όλα τα όντα
    2. με το οποίο σχετίζουν την υπόσταση τους
    3. το οποίο δεν απέχει από κανένα … από όσα έχουν λάβει υπόσταση
    4. είναι το μόνο επιθυμητό από τα όντα
    5. είναι αίτιο τους
    6. καθετί [που έχει σχέση με εκείνο] έχει κάποια ομοιότητα.
Στο απόσπασμα αυτό ο Πρόκλος αναφέρει μερικές ιδιότητες του Ενός, του πρώτου Θεού, αίτιο όλων.
23.24 – 24.15
Γιατί κάθε σχέση κάποιου με κάτι άλλο λέγεται με δύο σημασίες ή με την έννοια της συμμετοχής και των δύο σε ένα, ή με την έννοια της συμμετοχής του ενός στο άλλο.
Η σχέση συμμετοχής και των δύο σε ένα είναι η σχέση συμμετοχής μεταξύ των όντων.
π.χ. Ένα ζευγάρι συμμετέχει στον κοινό βίο σαν μια μονάδα, σαν ένας οργανισμός οικογένειας, ή ως ένας κοινός νους.
Η σχέση μεταξύ του Ενός με τα όντα είναι σχέση συμμετοχής του όντος προς το Εν. Το Εν ήδη είναι η αρχή και δέχεται την συμμετοχή των κατωτέρω όντων, ενώ τα όντα μετέχουν σε αυτό, είναι δλδ η διαδικασία της μέθεξης η οποία όμως βάσει των προηγουμένων δεν γίνεται έξω από το ον σε κάποια άλλη ας πούμε διάσταση αλλά εντός του όντος. Αφού το Εν είναι μέσα σε κάθε ύπαρξη. Η μέθεξη λοιπόν είναι η εσωτερική λειτουργία του εαυτού όταν έρχεται σε επαφή με το βαθύτερο μέρος του, το Εν. Τότε η ύπαρξη με την μέθεξη ομοιάζει στο Εν ή λάμπουν οι Θεοί μέσα της.
Με την έννοια της συμμετοχής του ενός στο άλλο όπου το ένα ως ανώτερο προσφέρει στο κατώτερο του την ομοιότητα ενώ το άλλο ως κατώτερο εξομοιώνεται με το ανώτερο στον βαθμό που μετέχει στην φύση εκείνου.
Στο Γίγνεσθαι τα κατώτερα όντα επιθυμούν το Εν αλλά η διαδικασία προσέγγισης του Ενός περνά μέσα από τα όντα. Έτσι τα κατώτερα όντα επιθυμούν αυτό που τους λείπει στο πρόσωπο των άλλων όντων. Αν μιλήσουμε για τους ανθρώπους έτσι δημιουργούνται οι φιλικές, ερωτικές, εργασιακές ή άλλες σχέσεις των ανθρώπων. Ο Έρωτας με άλλα λόγια είναι η κινητήρια δύναμη του Γίγνεσθαι και ενώνει τα κατώτερα προς τα ανώτερα με σκοπό την ομοίωση των κατωτέρων προς την αγαθότητα του Ενός μέσω των όντων. Αυτή είναι η Ερωτική αναγωγή όχι όμως με το μεταφυσικό της βίωμα αλλά με την υλαία ζωή στο πεδίο του Γίγνεσθαι που γίνεται εν αγνοία των όντων αλλά από την βαθιά εσωτερική τους επιθυμία. Για αυτό το να μάθει κανείς τον εαυτό του είναι πολύ σημαντικό διότι μαθαίνει τι αναζητά και έτσι μπορεί να εργαστεί εν γνώση του πλέον στο έργο της ομοιότητας προς το Εν.
Προσοχή τις περισσότερες φορές που οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν αυτές τις λειτουργίες της ψυχής μπορεί να δημιουργήσουν σχέσεις όπου πολύ έντονοι χαρακτήρες να επηρεάζουν αντίστροφα τους πιο αγαθούς χαρακτήρες. Για αυτό η γνώση του πώς γίνονται οι σχέσεις των ανθρώπων είναι πολύ σημαντική και οι άνθρωποι που θα συναναστρεφόμαστε πρέπει να επιλέγονται για να μην έχουμε αποτελέσματα ναι μεν αγαθά αλλά με οδύνη και πόνο μεταξύ των ανθρώπων στις σχέσεις τους.
Αλλά δεν υπάρχει κανένα άλλο ανώτερο από το πρωταρχικό, από εκεί λοιπόν προέρχεται και η σχέση των όντων και η ύπαρξη και η επιθυμία προς το πρώτο, και μετέχουν όλα στην αρχή τους.
25.19 – 25.23
Αυτό που δεν κινείται (το Εν) είναι δυνατόν να υπάρχει, και το μη ον είναι δυνατόν να έχει ύπαρξη, το κανένα όμως και αυτό που έχει στερηθεί το Ένα δεν είναι δυνατόν να υπάρχει καθόλου. Το Ένα λοιπόν υπάρχει σε όλα τα όντα
Εδώ ο Πρόκλος αναφέρει ύστερα από όλους τους παραπάνω συλλογισμούς ότι όλα μπορούν να υπάρχουν, υποθετικά και το μη-ον ακόμα, πραγματικά όμως δεν υπάρχει.
Αυτό όμως που είναι ακόμη πέρα από την ανυπαρξία (μη-ον) και δεν μπορεί να υπάρχει με τίποτα είναι αυτό που έχει στερηθεί το Εν όπως το “κανένα”.
Επομένως όλα βασίζονται στο Εν και ό,τι δεν βασίζεται στο Εν δεν μπορεί να υπάρχει.
Σε αυτό το σημείο να αναφέρω πως σε άλλο έργο του Πρόκλου (Περί της των κακών υποστάσεων) το κακό θεωρείται ως έλλειψη του Ενός και έτσι τοποθετείται πέραν ακόμη και από το Μη-Ον.
Για αυτό το λόγο ό,τι τοποθετείται στο “κανένα” δεν υπάρχει με κανένα τρόπο.
Αυτό εξάγει μια σειρά συμπερασμάτων ότι π.χ. δεν υπάρχουν κακοί θεοί, δεν μπορεί το κακό να είναι θείο ούτε καν ύπαρξη κτλ.
26.8 – 29.21
Είναι ανάγκη λοιπόν τα αίτια των όντων και τα αιτιάτα να προχωρούν επ’ άπειρο και να μην υπάρχει κανένα πρώτο ούτε τελευταίο ανάμεσα στα όντα ή να μην υπάρχει πρώτο αλλά να υπάρχει τελευταίο και μόνο στην μία πλευρά από τις δύο η πορεία να είναι άπειρη ή το αντίθετο από ορισμένη αρχή τα όντα να προχωρούν στο άπειρο ή να υπάρχει αρχή και τέλος των όντων και προς τις δυο κατευθύνσεις.
Και αν υπάρχουν πέρατα στα όντα, ή αυτά να προέρχονται το ένα από το άλλο και να είναι κυκλική η γέννηση τους, ή αν δεν προέρχονται το ένα από το άλλο αλλά το ένα από τα δύο, μόνο από το άλλο, πρέπει ή το πρώτο να είναι ένα και το τελευταίο να μην είναι ένα ή αντιθέτως και τα δύο να είναι ένα ή κάθε ένα από αυτά να μην είναι ένα.
Σε αυτό το απόσπασμα ο Πρόκλος θα εξετάσει αν τα όντα έχουν αρχή και τέλος ή αν είναι άπειρα.
Αν είναι άπειρα τότε μπορεί να μην είναι κάποιο πρώτο ή η μία πλευρά να είναι άπειρη.
Αν υπάρχουν πέρατα θα εξετάσει ποιο πέρας παράγει το άλλο και αν τα δύο άκρα είναι το Εν και με ποιο τρόπο.
26.27 (Περί του άπειρου)
Καθένα λοιπόν από τα όντα θα έχει λάβει υπόσταση άπειρη και από άπειρα (αίτια) και όλα θα εμφανιστούν άπειρες φορές άπειρα και δεν θα υπάρχει γνώση κανενός όντος ούτε ανάλυση των δυνατοτήτων τους, διότι το άπειρο είναι εντελώς άγνωστο ως προς την δύναμη του και ασύλληπτο ως προς αυτά για τα οποία είναι άπειρο.
Επομένως δεν μπορεί ο Κόσμος να είναι άπειρος. Ο Κόσμος θα έχει πέρατα, δλδ αρχή και τέλος και τα όντα θα έχουν συγκεκριμένο πλήθος και αριθμό.
27.4 – 28.2
Αν όμως προς τα κάτω είναι άπειρα τα όντα …
28.3 – 28.13
Αλλά αν υποστηρίξουμε το άπειρο και στα δύο άκρα ….
28.14
Είναι ανάγκη λοιπόν για τα όντα να υπάρχει ανώτερο και κατώτερο πέρας.
28.15
Αλλά αν το ένα προκύπτει από το άλλο … αν τα δύο άκρα δεν έχουν διαφορά πώς γίνεται στο ενδιάμεσο να υπεισέλθει η διαφορά ως προς την ουσία.
Άρα τα πέρατα δεν αυτοπαράγονται κυκλικά το ένα από το άλλο.
28.21
Αν όμως το ένα από τα δύο παράγει το άλλο …
Αν γίνεται αυτό δεν μπορεί το χειρότερο να παράγει το καλύτερο διότι αν μπορούσε να το κάνει θα έκανε τον εαυτό του καλύτερο.
Επομένως το ανώτερο παράγει το επόμενο και το επόμενο φθίνει ως προς την αγαθότητα από το προηγούμενο ως προς την δύναμη.
Αλλά κάθε ένα ον είναι όμοιο με το ένα και το έσχατο είναι όμοιο με το Εν επίσης. Έτσι το έσχατο ον έχει την λιγότερη δύναμη αγαθότητας αλλά είναι ένα όμοιο ένα. Όχι όμως όπως το αγαθό Εν αλλά ως ένα χείριστο όμοιο του Ενός. Με αυτό τον τρόπο το έσχατο είναι ένα ένα.
29.16
Αν λοιπόν αυτά σωστά τα υποστηρίζουμε τότε και το ένα θα είναι η αρχή όλων και το τελευταίο θα είναι ένα γιατί πιστεύω το τέλος της προόδου των όντων να είναι όμοιο με την αρχή και μέχρι εκεί να φτάνει η δύναμη του πρώτου.
30.13
Το Εν έχει μέσα του πλήθος ;
Αν πάλι το πρωταρχικό Ένα είναι πολυπληθές θα έχει υποστεί κάτι το Εν. Θα είναι λοιπόν ταυτόχρονα Ένα και μη Ένα και δεν θα είναι καθαυτό Ένα.
Επομένως το Εν δεν έχει μέσα του πλήθος. Το Εν είναι απλό. Το Εν είναι απλά το ένα με απλό τρόπο.
Δ. Απάντηση σε όσους λένε ότι δεν βρίσκεται το Εν πάνω από τον νου σύμφωνα με τον Πλάτωνα και αποδείξεις από την πολιτεία, σοφιστή, Παρμενίδη για το ζήτημα του υπερούσιου του Ενός.
31.1 – 37.3
Στο απόσπασμα αυτό ο Πρόκλος θα αναπτύξει μέσω παραπομπών στα έργα του Πλάτωνα την θέση ότι το Εν είναι υπερούσιο του νου και ότι δεν στέκει η θέση μερικών που θέλει τον νου ως την αρχή των αιτίων.
Στην αρχαία Πλατωνική θεολογία ξεχωριστή θέση κατέχει ο Δίας ως ο θεός νους του σύμπαντος κόσμου. Ο Δίας αποτελεί τον νου του σύμπαντος που με την σκέψη ηγείται στους Θεούς και ανθρώπους. Την εποχή εκείνη λοιπόν πολλοί ήταν που επηρεασμένοι από αυτές τις θεολογικές απόψεις υποστήριζαν ότι η αρχή των όντων είναι ο Δίας – Νους.
Εδώ ο Πρόκλος αν και δεν αντιτίθεται στο ότι ο Δίας είναι ο ηγέτης του σύμπαντος απορρίπτει την θέση του Δία – Νου ως πρώτη αρχή λέγοντας ότι η πρώτη αρχή είναι πιο πάνω ακόμη και από τον Νου. Έτσι το ορθό είναι όταν μιλάμε για το Εν να αναφερόμαστε σε μια ηγετική θεότητα, δλδ σε έναν Δία αλλά υπερούσιο του Νου. Αυτή η θεότητα δεν παύει να είναι Δίας αλλά ένας Δίας – Εν και όχι ένας Δίας – Νους.
31.25 – 31.26
η πρώτη αιτία βρίσκεται ξεχωριστή πάνω από τον νου και όλα τα όντα.
32.1 – 32.5
Ο Σωκράτης ρητά αποδεικνύει ακολουθώντας την αναλογία της πρωταρχικής αγαθότητας με τον ήλιο ότι το Αγαθό είναι εδραιωμένο πάνω από το Ον και όλο τον νοητό κόσμο.
32.14 – 33.1
Ο ήλιος πιστεύω, δεν θα υποστηρίξεις ότι παρέχει μόνο στα ορατά την δυνατότητα να φαίνονται αλλά και την δημιουργία και την αύξηση και την τροφή χωρίς ο ίδιος να είναι δημιούργημα. Πώς άραγε; Και ας μην υποστηρίξουμε λοιπόν ότι και σε όσα γίνονται γνωστά προέρχεται από το Αγαθό μόνο το να γίνονται γνωστά αλλά και η ύπαρξη και η ουσία από εκείνο δίνεται σε αυτά, χωρίς το Αγαθό να είναι ουσία, αλλά ευρισκόμενο ακόμη πιο πάνω από την ουσία ως προς την αξία και την δύναμη.
Από όλα αυτά είναι φανερό πως προσδιορίζει ότι το Αγαθό και η πιο πρώτη αρχή είναι απλωμένη ως ένωση πάνω όχι μόνο από την νοερή περιοχή αλλά και από την νοητή και την ουσία όπως συμπεραίνει συλλογιστικά ότι ο ήλιος είναι ανώτερος από όλα τα ορατά και όλα τα τελειοποιεί και τα δημιουργεί με το φως.
33.5 – 34.8
Γιατί και η ουσία και ο νους λέγεται ότι έχουν λάβει υπόσταση πρωταρχικά από το Αγαθό και έχουν την ύπαρξη τους σε αναφορά με τον Αγαθό και συμπληρώνονται από το φως της αλήθειας που προέρχεται από εκεί και έχουν από την ενότητα αυτού του φωτός την κατάλληλη για αυτά συμμετοχή, φως το οποίο είναι πιο θείο και από τον ίδιο τον νου και από την ουσία καθώς είναι πρωταρχικά εξαρτημένο από το Αγαθό και προκαλεί στα όντα την ομοιότητα με το πρωταρχικό.
Εδώ ο Πρόκλος ομιλεί με μυστική γλώσσα μέσω μυθολογικών εικόνων. Αυτό που λέει είναι ότι αν κάποιος μπορέσει και έρθει σε επικοινωνία με το Εν, ίσως με αστρική προβολή κατά την ώρα του ύπνου ή άλλης εκστατικής μεθόδου θα δει διάφορα όντα εκ των οποίων το Εν είναι σαν ήλιος που έχει το δικό του φως. Το φως αυτό είναι ανώτερο της σκέψης και του νου, διότι όπως θα αναφέρει πιο κάτω η ανθρώπινη σκέψη ενέχει το σφάλμα ενώ το φως του Ενός είναι τέλειο. Το μυστικό βίωμα της επαφής με το Εν δίνει την ομοιότητα των κατώτερων υπάρξεων με το Εν. Με αυτόν τον τρόπο γίνεται η θέωση μέσα από το βίωμα της αναγωγής στα πεδία των Θεών και όχι με την σκέψη και τον νου που είναι ανθρώπινο χαρακτηριστικό.
Γιατί και το φως το οποίο εκπέμπεται από τον ήλιο κάνει κάθε ορατό “όμοιο με τον ήλιο” και η συμμετοχή σε εκείνο το φως καθιστά το νοητό όμοιο με το Αγαθό και θείο. Και ο νους λοιπόν είναι θεός λόγω του νοερού φωτός και το νοητό το ανώτερο και από τον νου είναι θεός λόγω του νοητού φωτός και το νοητό και νοερό μαζί έχουν λάβει μέρος στην θεία ύπαρξη λόγω της συμπλήρωσης από το φως η οποία φτάνει έως αυτά, και για να μιλήσουμε γενικά, καθένα από τα θεία εξαιτίας αυτού και είναι αυτό που λέγεται και είναι ενωμένο με την αιτία όλων των όντων.
Δλδ ο νους είναι ο νοερός Θεός του πεδίου των Δαιμόνων και Ηρώων και το νοητό είναι και αυτό Θεός δλδ το πεδίο των μεγάλων Θεών Ολυμπίων κτλ. Όλα αυτά όμως είναι κατώτερα από το Εν.
35.14 – 35.19
Αναζητώντας το αγαθό της ανθρώπινης ψυχής και τον σκοπό στον οποίο μετέχοντας θα ήταν απολύτως ικανοποιημένη, απολαμβάνοντας την κατάλληλη της ευτυχία, την ηδονή πρώτα απορρίπτει ως αυτόν τον σκοπό και μετά από αυτήν τον νου καθώς ούτε αυτός είναι συμπληρωμένος με όλα τα στοιχεία του αγαθού.
Εδώ ο Πρόκλος αναφέρει ότι ο Σωκράτης στον Φίληβο απορρίπτει τις θέσεις ότι η ηδονή και ο νους είναι η απόλυτη ευδαιμονία διότι κάθε ένα από αυτά δεν είναι συμπληρωμένο με όλα τα στοιχεία του Αγαθού. Επομένως ο νους είναι κάτι κατώτερο από το Αγαθό. Και αφού το αγαθό είναι το Εν, ο νους είναι κατώτερος από το Εν. Κατ’ επέκταση η ευδαιμονία της ψυχής θα είναι ένα βίωμα πέρα από την σκέψη και τον νου. Θα είναι ένα βίωμα μυστικό.
35.23 – 36.12
Γιατί αν το πρωταρχικό Αγαθό οριζόταν από τον καθολικό νου τότε σε εμάς και σε όλα τα άλλα η αυτάρκεια και το κατάλληλο για εμάς αγαθό θα ταυτιζόταν με την συμμετοχή στον νου. Αλλά ο δικός μας ο νους είναι χωρισμένος από το αγαθό και είναι ελλιπής και για αυτό βέβαια χρειάζεται και την ηδονή για την ανθρώπινη τελειοποίηση.
Σε αυτό το απόσπασμα ο Πρόκλος αναφέρει ότι ο ανθρώπινος νους και σκέψη δεν είναι τέλειος και αγαθός. Ως αποτέλεσμα αυτής της ενέργειας ο άνθρωπος χρειάζεται την ηδονή για να βιώνει μια επίπλαστη ευτυχία η οποία είναι προσωρινή και μικρής διάρκειας. Ενώ το βίωμα της Αγαθότητας με πνευματικό τρόπο είναι απερίγραπτη χαρά και ευτυχία σε άχρονη κατάσταση πέραν της σκέψεως. Η ηδονή λοιπόν είναι κάτι τις αναγκαίο για την αντικατάσταση της έλλειψης μας από την αληθινή ευδαιμονία της ψυχής.
Ο θείος όμως νους πάντα μετέχει στο Αγαθό και είναι ενωμένος με αυτό και εξαιτίας του είναι θείος και όμοιος με το Αγαθό, όντας όμοιος με το Αγαθό από την συμμετοχή του στο Αγαθό και θείος από την εξάρτηση του από την πρωταρχική θεότητα. Η ίδια λοιπόν λογική προσδιορίζει ότι και το Αγαθό είναι ξεχωριστό από τον πρωταρχικό νου και ότι η ευτυχία δεν ορίζεται μόνο από την νόηση αλλά και από την ολοκληρωτική παρουσία του Αγαθού, γιατί το νοητικό είδος της ενέργειας από μόνο του είναι ελλιπές για την μακαριότητα.
36.19 – 36.23
Γιατί και ο νους είναι ουσία. Αν όμως στον νου υπάρχει και στάση και κίνηση και αν υποδεικνύει ο Παρμενίδης ότι το ένα είναι υπεράνω αυτών, πώς αυτομάτως δεν μας συνδέει με την απόρρητη αιτία των όντων που βρίσκεται πάνω από τα πάντα;
Αν λοιπόν ο νους ήταν το Εν τότε τα όντα που σκέφτονται αυτόματα θα βίωναν την ευδαιμονία και την ευτυχία του Αγαθού. Αυτό όμως δεν συμβαίνει διότι το Εν – Αγαθό είναι πιο μακρυά από τον νου ο οποίος είναι κατώτερος του Ενός. Επομένως η προσέγγιση της ευδαιμονίας της ψυχής δεν μπορεί να γίνει μόνο με την σκέψη και την νόηση είτε με την λογική είτε με άλλη νοητική μέθοδο.
Ε. Ποιοι είναι οι τρόποι αναγωγής στο ‘Ενα, και ότι είναι δύο, αυτός της αναλογίας και αυτός των αρνήσεων και που καθέναν από τους δύο και για ποια αιτία ο Πλάτων τους μεταχειρίζεται
37.9 – 37.15
… ποιοι θα ήταν οι τρόποι για την άνοδο προς τα εκείνο και με ποιες απόπειρες διανοητικής σύλληψης ο Πλάτων αποκαλύπτει στους μαθητές του την απόρρητη και άγνωστη υπεροχή του πρώτου ως προς την δύναμη. Λέω λοιπόν ότι άλλοτε με την αναλογία των κατωτέρων το αποκαλύπτει και άλλοτε με τις αρνήσεις υποδεικνύει την εξαίρεση και την υπερβατικότητα του από όλα μαζί τα όντα.
Οι τρόποι προσέγγισης στο Εν είναι δύο σύμφωνα με τον Πλάτωνα. Ο πρώτος είναι της αναλογίας και ο δεύτερος ο αποφατικός τρόπος των αρνήσεων. (Οι Πυθαγόρειοι είχαν τρεις τρόπους αναγωγής την ερωτική αναγωγή, την φιλοσοφική και την θεουργική. Ο Πλάτων εδώ αναφέρεται σε δύο τρόπους της φιλοσοφικής αναγωγής). Ο τρόπος της αναλογίας χρησιμοποιεί τα κατώτερα όντα από το Εν που βρίσκονται μέσα στην ύπαρξη και τα οποία είναι στην σειρά του Ενός και έτσι έχουν αναλογίες με αυτό. Έτσι περιγράφοντας τα κατώτερα όντα αναλογικά συμπεραίνουμε κάποιους συλλογισμούς για το Εν. Ο τρόπος ο αποφατικός από την άλλη αρχίζει να αρνείται το ποιες ιδιότητες έχει ή δεν έχει το Εν. Με τον δεύτερο τρόπο το Εν αποκτά υπεροχή και εξαιρείται από όλα τα όντα της ύπαρξης και έτσι κατανοούμε την υπεροχή του και το αδύνατο της διανοητικής σύλληψης του. Όμως μέσω των αρνήσεων υποσυνείδητα κατανοούμε τις ιδιότητες του, αυτές τις υπεροχής. π.χ. Δεν έχει σχήμα, είναι εκτός χρόνου, είναι αιώνιο, δεν έχει όνομα κτλ…
37.15
Στην Πολιτεία λοιπόν με την αναλογία με τον Ήλιο έχει δηλώσει την απόρρητη ιδιότητα του και ύπαρξη του Αγαθού και στον Παρμενίδη πάλι με τις αρνήσεις υπέδειξε την διαφορά του Ενός από όλα όσα το ακολουθούν.
37.22
… είναι ξεχωριστό από όλα όσα παράγονται από αυτό για τον εξής λόγο, ότι δηλαδή σε κάθε περίπτωση το αίτιο βρίσκεται υπεράνω από τα δικά του αποτελέσματα και για αυτόν τον λόγο δεν είναι κανένα από όλα επειδή όλα από αυτό έχουν προέλθει γιατί είναι η αρχή των πάντων μαζί των όντων και των μη όντων.
38.3
… σε κάθε βαθμίδα των όντων μια μονάδα έλαβε υπόσταση ανάλογη με το Αγαθό.
Σύμφωνα με αυτήν την θέση σε κάθε ομάδα όντων υπάρχει μια κυρίαρχη και ηγετική οντότητα όμοια του Αγαθού. Το σύνολο των όντων αυτών αποτελούν την ηγετική και αγαθή ομάδα και σειρά του Ενός. Τα όντα αυτά θα λέγαμε ότι μπορούν θεολογικά να τα αποκαλέσουμε υιούς του Ενός.
Έτσι στα υλικά και δίχως νου υιός του Ενός έχει τεθεί ο ήλιος, στις ψυχές της πτώσης (των θνητών) κάποια ψυχή θνητού, στις άχραντες ψυχές μία άχραντη ψυχή, στα ζώα του αέρα ο αετός, της στεριάς το λιοντάρι κτλ Με αυτήν την θέση θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ανθρωπότητα σαν σύνολο ψυχών έχει κάποια ψυχή που υπερέχει και είναι αγαθή όμοια του Αγαθού Ενός.
Άραγε αυτή η ψυχή είναι ο Ιησούς των Χριστιανών, ο Μεσσίας των Εβραίων κάποιος Βούδας των Ινδών και των Θιβετιανών; Προσωπικά δεν μπορώ να απαντήσω.
38.13 – 38.26
Και κανείς ας μην θεωρήσει ότι αυτές οι αρνήσεις αποτελούν κάτι σαν στερήσεις … Γιατί οι αρνήσεις τριπλή όπως νομίζω, ιδιότητα εμφανίζουν μέσα στα πράγματα,
  1. άλλοτε έχουν λάβει υπόσταση όντας πιο πρωταρχικές από τις καταφάσεις και γεννώντας και τελειοποιώντας την δημιουργία των καταφάσεων
  2. άλλοτε έλαβαν ισότιμη βαθμίδα με τις καταφάσεις και δεν είναι καθόλου πιο σημαντική η κατάφαση από την άρνηση
  3. και άλλοτε έλαβαν μια πιο κατώτερη από τις καταφάσεις φύση και δεν είναι τίποτα άλλο παρά στερήσεις τους
Γιατί και το ίδιο το μη-ον στο οποίο βρίσκεται και η άρνηση των όντων
  1. άλλοτε τοποθετώντας το υπεράνω του όντος λέμε ότι είναι αίτιο και ότι παράγει τα όντα
  2. άλλοτε όμως το εμφανίζουμε ενωμένο με το ον
  3. και άλλοτε το θεωρούμε κατώτερο ως στέρηση του όντος και έλλειψη του όντος
σύμφωνα λοιπόν με αυτήν την έννοια και ολόκληρο τον κόσμο του γίγνεσθαι και την ύλη την αποκαλούμε μη-ον
39.12 – 39.14
… το Αγαθό υπερέχει από όλα πολύ περισσότερο από όσα υπερέχει ο νους και από όσα προκύπτουν από αυτόν. Είτε αυτός είναι ο δημιουργικός, είτε ο νους του σύμπαντος κόσμου είτε κάποιος άλλος από αυτούς που αποκαλούνται θείοι.
Εδώ ο Πρόκλος εξαιρεί το Αγαθό από κάθε θεό – νου. Αναφέρει δε ότι υπάρχουν τρεις κατηγορίες θεϊκών νοών. Ο Δημιουργικός νους ο οποίος με την νόηση δημιουργεί τα όντα, τις σχέσεις τους και τις πράξεις του (μοίρα), ο νους του σύμπαντος κόσμου που λαμβάνει σαν δικαστής αποφάσεις για τις πράξεις των όντων και ορίζει τα γεγονότα που θα συναντήσει κάθε ύπαρξη και οποιοσδήποτε άλλος θεός που έχει το χαρακτηριστικό του νου δλδ του ηγέτη της ύπαρξης.
Στην Ελληνική μυθολογία ο θεός Δίας έχει επιφορτιστεί με όλα αυτά τα χαρακτηριστικά του θεού ηγέτη – νου του Κόσμου. Έτσι θα μπορούσαμε να πούμε ότι στη σειρά του Ενός τα όντα που βρίσκονται είναι μικροί Δίες στην ιδιότητα όμοιοι με το Εν.
Σε αυτήν την περίπτωση της μυθολογίας Εν και Δίας ταυτίζονται, αλλά στην φιλοσοφική περιγραφή πολλές φορές μπορεί να συναντήσουμε το Εν να αποκτά μια ανώτερη κατάσταση πιο ανώτερη ακόμα και από αυτήν του Διός.
‘Σ. Με ποιες ονομασίες ο Πλάτων παρουσιάζει την απόρρητη αρχή και με πόσες και γιατί τόσες και τέτοιες και γιατί συμφωνούν οι ονομασίες με τους τρόπους της αναγωγής σε αυτήν.
40.1 – 40.8
Διπλός είναι λοιπόν ο τρόπος της υπόδειξης του Ενός γιατί ο Πλάτωνας μας παραδίδει και διπλά τα ονόματα αυτής της απόρρητης αιτίας. Στην Πολιτεία λοιπόν την αποκαλεί “το Αγαθό” και την εμφανίζει πηγή της αλήθειας που ενώνει τον νου και τα νοητά. Στον Παρμενίδη την ονομάζει “το Ένα” και την παρουσιάζει ως την αρχή που δίνει υπόσταση στις ενάδες.
Τα ονόματα του πρώτου αίτιου των πάντων είναι “το Αγαθό” και “το Εν”.
Το Αγαθό είναι η ονομασία η οποία δείχνει την ενέργεια του Θεού στα όντα. Με μέσω την αλήθεια ενώνει τους νόες των νοητών και νοερών υπάρξεων με τον εαυτό του και χαρίζει την ευδαιμονία.
Με αυτόν τον τρόπο η αλήθεια λυτρώνει κάθε ύπαρξη από την άγνοια και η αλήθεια απελευθερώνει την ύπαρξη από την λάθος σκέψη που είναι η αιτία των δεσμών της στην θνητή ζωή. Αυτή την Πλατωνική θέση αργότερα ο Ιησούς προφανώς την γνωρίζει και αναφέρει ότι “η αλήθεια θα ελευθερώσει εμάς”. Πράγμα που δείχνει ότι ο Ιησούς ή αυτοί που γράψανε την ιστορία του Ιησού ήταν γνώστες της Πλατωνικής φιλοσοφίας.
40.9 – 40.27
Από τα ονόματα πάλι το δεύτερο είναι εικόνα της προόδου των πάντων ενώ το πρώτο εικόνα της επιστροφής.
Στο σημείο αυτό ο Πρόκλος αναφέρει ότι τα ονόματα είναι λεκτικές εικόνες για το Εν και όχι το ίδιο το Εν, πράγμα που ανυψώνει το Εν ακόμη πιο πολύ σε κατάσταση που δείχνει δύσκολα προσιτή από τον ανθρώπινο λόγο και σκέψη.
Επειδή αποκτούν υπόταση όλα και προέρχονται από το πρώτο, θα το παρουσιάσουμε, αποδίδοντας του το όνομα Ένα ως το αίτιο κάθε πλήθους και προόδου.
Το πρώτο όνομα, “το Εν” αναφέρεται στην ιδιότητα του Θεού να παράγει τα άλλα όντα.
Όπως στην αριθμητική ξεκινάμε από το ένα και με προσθέσεις και πολλαπλασιασμούς προχωράμε και συναντάμε τους υπόλοιπους αριθμούς με όμοιο τρόπο το πρώτο αίτιο παράγει τα επόμενα όντα και τα επόμενα όντα παράγουν κάνοντας χρήση της μονάδας τα επόμενα κτλ.
Έτσι υπάρχουν όντα που έχουν παραχθεί άμεσα από το Εν και είναι κοντά σε αυτό όπως το 2 και όντα που παράγονται έμμεσα και είναι πιο μακρυά όπως το 12, το 56, το 1393 κτλ.
Τα όντα δε όλα αν και μακρυά από το Ένα χρησιμοποιούν την μονάδα που είναι κάτι τις ένα για να παράγουν τα επόμενα. Έτσι η παρουσία του ενός είναι αφανής στα όντα αλλά εμφανής σαν αποτέλεσμα κατά την διαδικασία της δημιουργίας και της γέννεσης και της ζωής των υπάρξεων.
Αυτά σε αναλογία με το αριθμητικό σύστημα σύμφωνα με τον Πυθαγόρειοι τρόπο παρουσίασης και προσέγγισης του Θείου.
Επειδή όμως όσα προήλθαν από την φύση τους έχουν επιστρέψει προς τα εκείνο και ποθούν την απόρρητη και ακατάληπτη ύπαρξη του το αποκαλούμε Αγαθό.
Η στιγμή της δημιουργίας ενός όντος από το Εν είναι η πρώτη αίσθηση του όντος. Αυτή η αίσθηση είναι μια απερίγραπτη χαρά και ευδαιμονία. Το ον που δημιουργείται από το Εν βιώνει αυτήν την ευδαιμονία και την θυμάται για παντοτινά σε όλο το μήκος της υπάρξεως του. Αυτή η αλησμόνητη ευδαιμονία είναι ακριβώς η ίδια αυτή που εμφανίζεται με την χαρά των νεογέννητων θνητών υπάρξεων προς την μητέρα τους. Το ίδιο ακριβώς έχει συμβεί με τις ψυχές και κάθε ον το οποίο έχει δημιουργηθεί από το Εν ή από άλλο Ον.
Η χαρά του υπάρχω, του ζω, του είμαι είναι η ευδαιμονία της ύπαρξης. Μετά την γέννηση όμως αυτή η στιγμή αρχίζει να λησμονιέται αλλά ποτέ δεν παύει και δεν εξαλείφεται από τα όντα.
Το ον αρχίζει να λησμονεί το αίτιο που του έχει δώσει την ευδαιμονία αυτή ή πολλές φορές δεν ανακαλύπτει ποτέ στην ζωή του στην ύλη ποιο είναι το αίτιο της ευδαιμονίας.
Έτσι αρχίζει να επιθυμεί πάλι την ευδαιμονία και το αίτιο αυτής. Αυτή η επιθυμία αρχίζει να εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους όπως με το να αποκτά υλικά αντικείμενα, να ζει έντονες καταστάσεις στην υλική ζωή κτλ. Όλα αυτά αποσκοπούν να καταλάβει το ον ποιο είναι το αίτιο της ευδαιμονίας, είναι τα ερωτήματα “γιατί ήμουν χαρούμενος και ευτυχισμένος, πώς μπορώ να ξαναγίνω;”
Όλη η ζωή είναι αυτή η αναζήτηση.
Το τέλος της αναζήτησης αυτής όμως δεν είναι εντός της ύλης και του γίγνεσθαι. Το γιατί επιθυμούμε την ευτυχία και ευδαιμονία έχει απάντηση μυστική και η απάντηση είναι η στιγμή της δημιουργίας μας από το Εν!
Έτσι οι φιλόσοφοι συνειδητά πλέον επιθυμούν το Εν και ξέρουν τι ακριβώς θέλουν ενώ οι μη φιλοσοφούντες και αυτοί που απέχουν από την γνώση του γεγονότος αυτού ακόμη αναζητούν.
Επομένως ή συνειδητά ή υποσυνείδητα τα όντα όλα επιθυμούν την στιγμή της γέννησης τους και αυτό το οποίο τα δημιούργησε. Το Εν. Η επιστροφή πίσω στο Εν είναι η επιστροφή πίσω στην επανάληψη του βιώματος της ευδαιμονίας. Η επιστροφή αυτή συμβαίνει με διάφορους τρόπους.
Με τον φυσικό θάνατο, ή με τον εθελούσιο φιλοσοφικό “θάνατο” της αναγωγής της ψυχής πίσω στο Εν.
Ο πρώτος τρόπος είναι αναπόφευκτος για όλους αλλά έχει σαν επίπτωση την λησμονιά της προηγούμενης ζωής και την ανάγκη της εκμάθησης της γνώσης ξανά από την αρχή με όλους του κόπους και τις αντιξοότητες της ζωής.
Ο δεύτερος τρόπος είναι ασκητικός, μυστικός αλλά δεν έχει κάποια λησμονιά και μπορεί να γίνει πολλές φορές εθελούσια και προσδίδει μυστικές ιδιότητες στην ύπαρξη και μακροζωϊα φυσική.
Αλλά είναι απρόσιτος ως τρόπος από όσους δεν είναι αγνοί και καθαροί στην ψυχή και στις επιδιώξεις τους.
Για αυτόν το λόγο το Εν εκτός από Εν είναι και το Αγαθό ως επιθυμητό και ποθούμενο αλλά και ως αίτιο ζωής και οντικής ανάπτυξης και η προσέγγιση του μια καθαρτήρια διαδικασία.
40.24
το Αγαθό όμως είναι ποθητό σε όλα τα όντα από κοινού και προς αυτό κλίνουν και τείνουν όλα σύμφωνα με την φύση τους, και παντού η επιθυμία όσων επιθυμούν υπάρχει για το οικείο τους επιθυμητό. Το Αγαθό λοιπόν, επιστρέφει όλα τα κατώτερα σε αυτό ενώ το Εν τους δίνει την υπόσταση.
Το Εν – Αγαθό λοιπόν είναι αυτό που δίνει την υπόσταση και την ευδαιμονία από την γέννηση της υπάρξεως, την ελευθερία των επιλογών και την ευλογία για την ζωή αλλά επίσης είναι και αυτό στο οποίο επιστρέφουν όλα επειδή το ποθούν, επειδή θυμούνται αλησμόνητα την γέννηση τους και την ευδαιμονία από αυτήν. Έτσι το Εν δίνει ανεάως την υπόσταση και τα όντα τροφοδοτούνται από αυτό με νέα ζωή ύστερα από κάθε θάνατο. Οι αποθανόντες από αυτό επιστρέφουν στην ζωή και η εν ζωή αναγόμενοι σε αυτό μυστικός προοδεύουν μεταφυσικά και οντικά.
41.13
Εκείνο όμως χωρίς να μπορεί να γίνει γνωστό από τα όντα ούτε να ειπωθεί από κανένα από όλα αλλά όντας ξεχωριστό πάνω από κάθε γνώση και κάθε λόγο και ακατάληπτο όλες τις γνώσεις και όλα τα αντικείμενα των γνώσεων και όλους τους λόγους και όσα συλλαμβάνονται με τον λόγο με βάση μία αιτία τα παρήγαγε από τον εαυτό του.
με βάση μία αιτία τα παρήγαγε από τον εαυτό του. Άραγε ποια είναι η αιτία αυτή; Είναι το να είναι το παν ευτυχισμένο; Όποιος βρει αυτήν την αιτία θα ήταν σαν να γνώριζε την “σκέψη” του Ενός. Και το σκέψη είναι σε εισαγωγικά διότι όπως είπαμε το Εν είναι άνω ακόμη και από κάθε ανθρώπινη σκέψη.
41.20
Η ενότητα εκείνου και η υπερβατικότητα του από κάθε υποδιαίρεση … τριαδικά εμφανίζεται σε όσα το ακολουθούν.
  1. Όλα εδραιώνονται και προχωρούν και επιστρέφουν στο Ένα
    1. Γιατί ταυτόχρονα είναι ενωμένα με αυτό
  2. έχουν εκπέσει από την ξεχωριστή υπεράνω όλων ενότητα του
  3. επιθυμούν την συμμετοχή σε εκείνο
    1. η ένωση παρέχει σε όλα τα κατώτερα
      1. τη μόνιμη και αδιαχώριστη από την αιτία τους υπεροχή
      2. η εξασθένιση ορίζει την πρόοδο των όντων και την διαίρεση από την αμέτοχη και πρώτη Ενάδα
      3. η επιθυμία ολοκληρώνει την επιστροφή όσων έλαβαν κατώτερη υπόσταση και την επαναφορά στο απόρρητο
Σε αναλογία με το αριθμητικό σύστημα η μονάδα είναι το Εν και κάθε αριθμός από εκεί και μετά είναι ένα ον. Στην ύπαρξη τα όντα έχουν τριαδική δομή και παράγωγα της τριαδικότητας.
Στο Πλατωνικό σύστημα αμέσως μετά το Εν είναι οι Ενάδες. Οι Ενάδες είναι όντα με τριαδική μορφή που έχουν σκοπό την ένωση του Ενός με τα κατώτερα όντα που έχουν μορφή βασσμένη στην τριαδικότητα.
Πιο απλά όλη αυτή η θεωρία γίνεται κατανοητή αν αναπαραστήσουμε την τριαδικότητα με γεωμετρικά σχήματα.
Τα όντα ακολουθούν τον νόμο της επανάληψης που τον συμβολίζουν κλειστά σχήματα όπως ο κύκλος και το τρίγωνο κτλ.
Την τριαδική δομή την συμβολίζει το τρίγωνο διότι είναι το κλειστό γεωμετρικό σχήμα με τα ελάχιστα σημεία.
Μια Ενάδα είναι ένα τέλειο Ον. Το τέλειο Ον που είναι τριαδικό συμβολίζεται με το ισόπλευρο τρίγωνο αφού αυτό είναι το τέλειο ισαπέχον σχήμα.
Μια Ενάδα με άλλα λόγια συμβολίζεται από τρεις τελείες σε σχηματισμό ισόπλευρου τριγώνου.
Το συμβολισμό αυτόν τον έχουν χρησιμοποιήσει πολλά πνευματικά συστήματα αλλά στην αρχαία Πυθαγόρεια και Πλατωνική σχολή έχει το νόημα της Ενάδος.
Μια Ενάδα λοιπόν έχει τριαδική δομή, είναι ένα τέλειο ον και έχει σκοπό την ένωση των κατώτερων όντων με το Εν.
Τα δε κατώτερα όντα σχηματίζονται με συνδυασμό τριαδικότητας των Ενάδων δημιουργώντας άλλα πολύπλοκα σχήματα δισδιάστατα ή τρισδιάστατα όπως τα Πλατωνικά γεωμετρικά στερεά.
Όσο ένα ον (σχήμα) αυξάνει σε τριαδικότητα γίνεται τόσο πιο σύνθετο και απέχει από το Εν.
41.29 – 42.25
Επειδή λοιπόν όλα πάντοτε είναι ενωμένα με το πρώτο, άλλα πιο κοντά σε αυτό και άλλα πιο μακρυά και επειδή με την ένωση αυτή δέχονται την ύπαρξη και το μερίδιο του αγαθού, την πρόοδο και την επιστροφή των πάντων έχουμε επιχειρήσει να δηλώσουμε με τα ονόματα την μόνιμη εδραίωση τους μέσα στο Εν, αν επιτρέπεται να πούμε και την ένωση με το απόρρητο επειδή και αυτή είναι ακατάληπτη ούτε με την γνώση να την συλλάβουν ούτε με τον λόγο να την δηλώσουν ήταν δυνατόν στους σοφούς της θεολογίας … έτσι η ένωση των όντων με αυτό είναι απόκρυφη, απόρρητη και άγνωστη … Αυτό λοιπόν που δεν μπορεί να γίνει γνωστό και εντοπίζεται στα όντα στην ένωση με το πρώτο δεν επιχειρούμε να το γνωρίσουμε ούτε να το δηλώσουμε με λέξεις αλλά επειδή μπορούμε να στοχεύσουμε στην πρόοδο τους και την επιστροφή τους δύο ονόματα αποδίδουμε στο πρώτο, παίρνοντας τα από τα κατώτερα σαν ομοιώματα και προσδιορίζουμε δύο τρόπους της ανόδου προς αυτό συνδέοντας με την επωνυμία του Αγαθού τον τρόπο της αναλογίας και του Ενός τον τρόπο των αρνήσεων.
Εδώ ο Πρόκλος εξηγεί ότι αν και το πρώτο αίτιο δεν δύναται να το ονοματίσουμε ωστόσο το ονομάζουμε Εν με τον τρόπο της αναγωγής των αρνήσεων και Αγαθό με τον τρόπο της αναγωγής της αναλογίας.
Το Εν δείχνει την υπεροχή του πάνω από όλα και προκύπτει από το τι δεν είναι το πρώτο αίτιο.
Το Αγαθό δείχνει την δράση του επί των όντων και προκύπτει από το τι μοιάζει σαν το πρώτο αίτιο.
Το Εν δηλαδή είναι ονομασία από τη μέθοδο των αρνήσεων.
Το Αγαθό είναι ονομασία από την μέθοδο της αναλογίας.
43.1 – 43.11
…. το πρώτο βρίσκεται υπεράνω των γνωστικών δυνάμεων και των μερών του λόγου … και το πρώτο σε όλες τις ενώσεις και τις υπάρξεις των κατωτέρων με ενιαίο τρόπο δίνει την υπόσταση ενώ όσα το ακολουθούν διαιρεμένα μετέχουν στην αιτία. Και αυτά όπως έχει ειπωθεί παραμένοντας, προοδεύοντας και επιστρέφοντας πολλαπλασιάζονται το Έν όμως βρίσκεται ξεχωριστώ υπεράνω όλων και των γόνιμων προόδων και των δυνάμεων της επιστροφής και των ενιαίων υποστάσεων που υπάρχουν στα όντα…
Το Εν είναι υπεράνω των γνωστικών δυνάμεων και έτσι δεν μπορούμε να το προσεγγίσουμε με την γνώση ούτε με την λογική.
Ως πρώτο αίτιο δίνει την υπόσταση στα άλλα όντα με τρόπο ενιαίο.
Τα όντα από την άλλη είναι διαιρεμένα και μετέχουν σε αυτό από την οντική του διαίρεση και όχι από την συγχώνευση μαζί του.
Τα όντα εκτελούν τρεις λειτουργίες.
Προοδεύουν όταν απομακρύνονται από το Εν και αυτή η ενέργεια είναι γόνιμη διότι πολλαπλασιάζει τα όντα.
Τελούν την Στάση, αυτή η ενέργεια δίνει την υπόσταση μέσα στον χρόνο. Δδλ εμείς οι άνθρωποι που ζούμε σε αυτήν την οντική κατάσταση είμαστε υπό την δύναμη της στάσης το ίδιο και τα ζώα, τα φυτά τα άψυχα κτλ.
Και τέλος όταν η υπόσταση παύει να υπάρχει εκτελούν την επιστροφή στο Εν, αυτό προφανώς γίνεται μετά τον θάνατο ή στις αναγωγές στο Εν κατά την εγκοίμηση.
Στην πρόοδο οι δυνάμεις που προωθούν τα όντα μακρυά από το Εν είναι οι Δαίμονες.
Στην στάση οι δυνάμεις που διατηρούν τα όντα σε μια υπόσταση είναι οι Θεοί.
Στην επιστροφή οι δυνάμεις που ωθούν τα όντα πίσω στο Εν είναι οι Ήρωες, Ημίθεοι.
Ζ. Ποια είναι αυτά που ειπώθηκαν στην Πολιτεία για την αναλογία με τον ήλιο.
43.21
… ας εξετάσουμε αν θέλεις, πριν από τα άλλα, τα λόγια του Σωκράτη, όσα εκείνος υπέδειξε στο έκτο βιβλίο της Πολιτείας.
44.1 – 44.21
Πρώτα λοιπόν διακρίνει τα όντα μεταξύ τους και θεωρώντας άλλα νοητά και άλλα αισθητά…
Η Πλατωνική φιλοσοφία είναι μια οντολογία και μια έρευνα των σχέσεων των όντων αυτών όπως επίσης και η απόπειρα ιεράρχισης τους κατά μια σειρά από το πρώτο προς το έσχατο.
Η οντολογία αυτή βασίζεται στην θέση ότι υπάρχουν δύο βασικές κατηγορίες όντων.
Αυτά που αντιλαμβανόμαστε με τις 5 αισθήσεις όπως άνθρωποι, ζώα, φυτά αντικείμενα κτλ.
Αυτά που αντιλαμβανόμαστε με τον νου όπως πνεύματα, θεοί κτλ.
Αυτά που ερευνούμε με την φιλοσοφική σκέψη όπως τα όντα πέρα της σκέψης όπως Ενάδες.
Έτσι έχουμε δύο βασικές κατηγορίες. Τα αισθητά όντα και τα νοητά.
Πάνω από το νοητό πλήθος τοποθετεί μια υπερβατική μονάδα και πάνω από το αισθητό μια δεύτερη μονάδα που είναι όμοια με την πρώτη.
Κάθε πλήθος όντων έχει μια ηγετική οντότητα η οποία αναλογικά με το αριθμητικό σύστημα είναι σαν μια μονάδα, αφού από την μονάδα πηγάζουν όλοι οι αριθμοί.
Και κάθε μία από τις δύο μονάδες την παρουσιάζει ως παραγωγική.
Αυτό γίνεται διότι οι μονάδες αυτές παράγουν τα υπόλοιπα όντα των δύο συνόλων, του νοητού και αισθητού.
Και λόγω του νοητού φωτός παρουσιάζει όλα τα νοητά όμοια με το θείο και όμοια με το Αγαθό σύμφωνα με την συμμετοχή τους στον πρώτο θεό.
Ενώ λόγω του αισθητού φωτός σύμφωνα με την τελειοποίηση από τον ήλιο παρουσιάζει όλα τα αισθητά να έχουν την μορφή του ηλίου.
Την δεύτερη μονάδα (την αισθητή) την εξαρτά από την πρώτη και έτσι όλα ανάγονται στο Αγαθό.
Και μου φαίνεται ότι αυτός ο τρόπος της αναγωγής στο πρώτο είναι ο καλύτερος και ο περισσότερο ταιριαστός στην θεολογία να συγκεντρώνουμε σε μία ένωση όλους τους θεούς.
45.17 – 45.24
Γιατί αν ο ήλιος ενώνει κάθετι το αισθητό και το Αγαθό παράγει και τελειοποιεί κάθε τι το νοητό και αν η κατώτερη μονάδα από αυτά έχει χαρακτηριστεί “απόγονος του Αγαθού” και για αυτό και αυτή φωτίζει το αισθητό και το διακοσμεί και το γεμίζει με τα αγαθά, επειδή μιμείται την προγονική της αιτία, τότε όλα έτσι θα συμμετέχουν στο Αγαθό και θα ανάγονται στην μία αυτή αρχή, τα νοητά και τα θεία άμεσα, ενώ τα αισθητά μέσω της δικής τους μονάδας.
Ο ήλιος είναι η αισθητή μονάδα.
Το Εν-Αγαθό η νοητή μονάδα.
Ο άνθρωπος μέσω των αισθήσεων και κυρίως της οράσεως θαυμάζει την διακόσμηση του κόσμου και τροφοδοτεί τον νου του με ωραίες εικόνες, ποιήματα, ύμνους και άλλα πνευματικά έργα.
Με αυτόν τον τρόπο από τα αισθητά περνάμε στα νοητά και από τα νοητά βιώνουμε την ευτυχία και την συμμετοχή της ψυχής μας σε πνευματικές καταστάσεις.
Αυτός ο τρόπος είναι η μέθεξη στο Εν-Αγαθό μέσω των αισθητών.
Έτσι ο ήλιος παρέχει το φως και τον θαυμασμό και το κάλος και είναι η αισθητή μονάδα.
Οι θεοί μετέχουν άμεσα στο Εν νοητικά.
Οι θνητοί έμμεσα με βοηθήματα αισθητά.
47.18 – 47.24
Ας μην θεωρήσουμε λοιπόν αμέσως ότι όταν ο Σωκράτης ονομάζει το πρώτο Αγαθό με την ονομασία της ιδέας εννοεί την νοητική αγαθότητα.
Αλλά επειδή το αίτιο όλων των ωραίων και αγαθών είναι ανώτερο από κάθε λόγο και ονομασία δεχόμαστε να δώσουμε με αυτό τις επωνυμίες από όσα κοντά του είναι γεμάτα από αυτό.
48.9 – 48.19
Αλλά όμως ούτε όταν ως το πιο φωτεινό μέρος του όντος εξυμνεί αυτό που ηγεμονεύει τα θεία αγαθά δεν το κατονομάζει σαν να συμμετέχει στο φως (γιατί το πρωταρχικό φως από αυτό προχωρά προς τα νοητά και τον νου) αλλά ως αίτιο του φωτός που βρίσκεται παντού και ως πηγή κάθε νοητής ή νοητικής ή κοσμικής θεότητας.
Το Εν που είναι το πρώτο αίτιο για οτιδήποτε υπάρχει από αυτό και κάτω παρομοιάζεται με τον ήλιο και το φως. Αυτή η θεολογική εικόνα δεν την συναντάμε μόνο στον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό αλλά και στον αρχαίο και σημερινό Ινδικό, στο Θιβέτ, στον αρχαίο Σημιτικό και σε πολλούς άλλους. Η θεολογική εικόνα του Θεού ως φως προέρχεται από τα εκστατικά βιώματα των μυστηρίων κατά την εγκοίμηση. Η εγκοίμηση είναι μια τεχνητή βαθιά χαλάρωση κοντά στα όρια του ύπνου που όμως ο μύστης σκοπίμως και τεχνητά διατηρεί την εγρήγορση του. Με αυτόν τον σκοπό αποφεύγει την λήθη που συμβαίνει συνήθως σε όσους κοιμούνται και ξυπνάνε χωρίς να θυμούνται τι όνειρο έχουν δει.
Ο σκοπός της εγκοίμησης δεν ήταν μόνο η διατήρηση της μνήμης του βιώματος της έκστασης.
Κατά την εγκοίμηση λόγω της εγρήγορσης του νου τα “θεάματα” που βιώνει κάποιος εξαρτώνται από την πνευματική του διάθεση και κατάσταση. Μύστης που είναι θεοσεβούμενος και αναζητά ευγενικά βιώματα κοντά στο Θείο βιώνει οράματα φωτός και καταστάσεις άπειρης χαράς.
Για αυτόν τον λόγο όλοι όσοι είχαν μυηθεί σε αυτά τα μυστήρια μιλούσαν μέσα από την φιλοσοφία για την “ευδαιμονία” και τον Θεό – Ήλιο. Δλδ την άπειρη χαρά που βιώσανε και τα οράματα φωτός που είδανε.
Επειδή δε όλα αυτά γινόντουσαν με εργαλείο την ψυχή και τον νου ήταν πνευματικά βιώματα εσωτερισμού επειδή οι μύστες για να το πετύχουν έστρεφαν την προσοχή τους προς ένδωθεν του εαυτού τους, όπως αναφέρει ο Πρόκλος τα όμοια αναγνωρίζονται από τα όμοια και άρα για να γνωρίσει κάποιος τα πνευματικά θα πρέπει να στρέψει την προσοχή του προς την ίδια του την ψυχή.
Τις εσωτεριστικές αυτές τεχνικές και την θεολογία που προκύπτει από τα βιώματα αυτά μελέτησε ο Πυθαγόρας κατά το ταξίδι του στην Ασία κοντά στους Βαβυλώνιους. Οι θρησκείες ηλιολατρίας και αστρολατρίας έχουν την βάση τους στα φωτεινά οράματα των μυστών. Ο μύστης αυτήν την φωτεινή πηγή που γνωρίζει στην έκσταση του και η οποία τον γεμίζει με συναισθήματα την θεωρεί ως ένα υπαρκτό ον, ανώτερο από αυτόν και Θεό.
Επειδή όμως οι αρχαίοι στην πνευματική τους παιδεία θέλανε να συνδέουν τα πνευματικά με τα φυσικά αντιστοίχιζαν υλαία αφιερώματα στα πνευματικά όντα που συναντούσαν στην εγκοίμηση.
Η αληθινή φύση του όντος-Θεού παρέμενε άρρητη και κρυφή και φανερό ήταν μόνο το υλικό αφιέρωμα στην γνώση των πολλών και των αμύητων.
Με αυτόν τον τρόπο οι Βαβυλώνιοι αλλά και οι Έλληνες αφιέρωσαν στα φωτεινά όντα της εγκοίμησης τα φωτεινά όντα της φύσης που είναι τα άστρα ο ήλιος και το φεγγάρι.
Οι αμύητοι που δεν είχαν αυτές τις ευαίσθητες ψυχικές λειτουργίες να προσεγγίζουν με την ψυχή τους τα πραγματικά φωτεινά όντα έβλεπαν μια εικόνα του πνευματικού ένα είδωλο θα λέγαμε και άρχιζαν να εξοικειώνονται και να προσεγγίζουν το θέμα αυτό σιγά σιγά με τον τρόπο της παρομοίωσης και της κατήχησης μέσα από τους μύθους.
Η λατρεία όμως δεν αναφερόταν στο είδωλο όπως εσφαλμένα νομίζεται ή εσφαλμένα μπορεί να γινόταν από μερικούς.
Το κάθε υλικό αφιέρωμα είναι ένα βοήθημα και ένας τεχνητός καθρεπτισμός του πνεύματος.
Η λατρεία που απέδιδαν οι αρχαίοι Έλληνες ήταν σαφώς προς το πνεύμα το αόρατο αλλά προσβάσιμο από την ψυχή και τον φιλοσοφικό νου.
Γιατί το φως δεν είναι τίποτα άλλο παρά συμμετοχή στην θεία ύπαρξη γιατί όπως όλα γίνονται όμοια με το Αγαθό παίρνοντας μερίδιο του Αγαθού και γεμίζοντας από την λάμψη που από εκεί προέρχεται έτσι λοιπόν τα πρώτα όντα και τα νοητά και τα νοητικά γίνονται όμοια με τον θεό και όπως ακριβώς λέγονται θεία.
Εδώ ο Πρόκλος λέγει ότι το Αγαθό είναι ο Θεός και όλα τα υπόλοιπα που συμμετέχουν σε αυτό λαμβάνουν μερίδιο του “φωτός” και ονομάζονται όχι Θεοί αλλά Θεία.
Αυτά τα θεία όντα είναι τα νοητά, νοητικά όντα που οι αρχαίοι στους μύθους ονομάζουν Θεούς.
Στο σημείο αυτό και στην εποχή που βρισκόμαστε οι Πλατωνικοί φιλόσοφοι προσπαθούν να θέσουν την έννοια του Θεού μόνο στο Εν και να περιγράψουν τα υπόλοιπα όντα ως Θεία.
Το μόνο που αλλάζει αυτήν την περίοδο είναι η χρήση της λέξης Θεός.
Στην Ομηρική εποχή αλλά και τις άλλες εποχές προ της Ελληνιστικής είναι γνωστό πως συναντάμε την χρήση της λέξης Θεός μέσα από τους μύθους για πολλά όντα όπως τους Ολύμπιους, τους Δαίμονες, τις Νύμφες κτλ.
Ωστόσο αυτό το φαινόμενο κυριαρχεί όπως φαίνεται στους κύκλους των αποδεκτών των μύθων που σημαίνει στον αμύητο λαό και έτσι η θεολογική ορολογία είναι κάπως πιο ελαστική στην χρήση της λέξεως Θεός.
Στο συμπόσιο αργότερα συναντάμε μερικές διαφοροποιήσεις από την Διοτίμα που αναφέρει ότι ο Έρωτας δεν είναι Θεός αλλά κάτι τις το ενδιάμεσο μεταξύ Θεού και θνητού δλδ Δαίμονας.
Τέλος ο Πρόκλος εδώ βλέπουμε να εξαίρει ακόμη περισσότερο την χρήση της λέξης αποδίδοντας την μόνο στο Εν και περιγράφοντας τα υπόλοιπα όντα ως Θεία.
Με όλα αυτά βλέπουμε την ανεκτικότητα και την ελαστικότητα που έδειχναν οι αρχαίοι για την ορολογία των πνευματικών όντων. Όπως τότε δεν ήταν σφάλμα σε μια απλή συζήτηση να πει κανείς τον Έρωτα Θεό αντί για Θείο Ον έτσι και σήμερα κάτι τέτοιο δεν αποτελεί σφάλμα στους κύκλους των αναβιωτών της αρχαίας Θρησκείας.
Όταν όμως εξετάζουμε το θέμα αυστηρά φιλοσοφικά το σωστό είναι να λέμε το Εν Θεό και τα υπόλοιπα πνευματικά όντα Θεία.
49.22 – 49.28
Η αρχή προϋπάρχει από όλους τους κόσμους των θεών και δίνει υπόταση στην ύπαρξη των θεών που έχει αγαθή μορφή και είναι πηγή της υπερούσιας αγαθότητας και ότι όλα όσα την ακολουθούν αναγόμενα σε αυτήν γεμίζουν από τα αγαθά και με απόρρητο τρόπο ενώνονται με αυτήν και έχουν λάβει ενιαία υπόσταση σε αναφορά με αυτήν.
50.8 – 50.11
Το καθαυτό Αγαθό …. θα γεννά τα πάντα, θα δίνει υπόσταση σε αυτά, παράγοντας τα πάντα με την υπερβατικότητα του πάνω από τα πάντα και γεννώντας με όμοιο τρόπο όλα τα όντα.
Εδώ βλέπουμε το μυστήριο του έρωτα και το αναπόδραστο της ύπαρξης. Στο συμπόσιο η Διοτίμα αναφέρει ότι μια μορφή συμμετοχής στην αιωνιότητα είναι μέσω του έρωτα. Ο Έρωτας είναι ο Δαίμων εκείνος που με την δύναμη του κάνει τους ανθρώπους και όλα τα άλλα όντα να γεμίζουν επιθυμία αναπαραγωγής η οποία είναι σφοδρή και τελείως ηδονική σαν συναίσθημα.
Με αυτήν την λειτουργία οι άνθρωποι συμμετέχουν σε ένα μερίδιο του χρόνου (περίπου κατά μέσο όρο 75-80 χρόνια) στην ζωή και στην αναπαραγωγή της. Αυτή η λειτουργία είναι η διαιώνιση του ανθρώπου που είναι μια μορφή αιωνιότητας.
Από την άλλη ο Έρωτας (εδώ με την μορφή της αγάπης πλέον) οδηγεί σε ψυχικές λειτουργίες τους ανθρώπους πρωτόγνωρες όπως την πλήρη αγάπη και αφοσίωση των εραστών για τα παιδιά τους την αυτοθυσία για την προστασία του καρπού του έρωτα των ανθρώπων κτλ.
Όλα αυτά τα συναισθήματα και οι ψυχικές λειτουργίες είναι η προβολή της αιώνιας ζωής του Ενός στο υλικό πεδίο. Το Εν πάντα θα δίνει την ζωή και πάντα θα γεννά.
Στις μυστικές απόψεις όταν η ψυχή μετά θάνατον επιστρέφει πίσω στο Εν αυτό της δίνει νέα ζωή πάνω στην γη ξανά και ξανά.
Εδώ βλέπουμε ότι ο θάνατος δεν είναι λύση και μέθοδος απόδρασης από την ύπαρξη αφού μετά τον θάνατο το Εν πάλι θα δώσει νέο βίο στην ψυχή πάλι πάνω στην γη.
Με άλλα λόγια ο θάνατος είναι κάτι προσωρινό και απλά κάτι μεταβατικό και στην ουσία δεν υπάρχει οντικά. Ενώ η ζωή υπάρχει αιώνια είτε στην κατάσταση των θνητών είτε στην κατάσταση των ψυχών που ουρανοδρομούν προς και από το Εν.
Έτσι βλέπουμε την αναπόδραστη κατάσταση της ύπαρξης.
ΙΑ. Πώς πρέπει να προσέλθουμε στην θεώρηση του Ενός μέσω των αρνήσεων και ποια διάθεση της ψυχής είναι πάρα πολύ κατάλληλη για αυτούς τους συλλογισμούς.
64.10 – 66.27
Για όσους ασχολούνται με τον διαλογισμό το παρακάτω απόσπασμα είναι πραγματικά μια αποκάλυψη!
Τώρα λοιπόν περισσότερο από ποτέ ας απορρίψουμε τις ποικιλόμορφες γνώσεις και ας εκδιώξουμε από πάνω μας κάθε ποικιλομορφία της ζωής και αφού βρεθούμε σε ηρεμία από όλα ας έρθουμε κοντά στο αίτιο των πάντων.
Ας μην υπάρχει σε μας μόνο ηρεμία σκέψης και φαντασίας ούτε μόνο καθησύχαση των παθών μας τα οποία εμποδίζουν την ανοδική ορμή προς το πρώτο. Αλλά ας είναι ήσυχος ο αέρας και αυτό το παν, όλα με ήρεμη δύναμη να μας ανεβάσουν προς την συμμετοχή στο απόρρητο.
Και αφού σταθούμε εκεί και ξεπεράσουμε το νοητό αν υπάρχει κάτι τέτοιο μέσα μας και αφού προσκυνήσουμε με κλειστά τα μάτια, θα λέγαμε τον ανατέλλοντα ήλιο (διότι δεν επιτρέπεται να τον κοιτάξουμε εμείς ούτε άλλο από τα όντα) και δούμε τον ήλιο του φωτός των νοητών θεών να εμφανίζεται από τον ωκεανό, όπως λένε οι ποιητές, και αφού πάλι από αυτήν την θεϊκή γαλήνη κατεβούμε στον νου και από τον νου χρησιμοποιήσουμε τους συλλογισμούς της ψυχής, ας πούμε στους εαυτούς μας υπεράνω ποιών όντων θεωρήσαμε ξεχωριστό τον πρώτο θεό κατά την πορεία αυτή.
Και ας τον υμνήσουμε περίπου, λέγοντας όχι ότι έδωσε υπόσταση στον ουρανό και στην γη ούτε πάλι ότι έδωσε υπόσταση στην ψυχές και στην δημιουργία όλων των ζώων, γιατί και σε αυτά έδωσε, αλλά και στην τελευταία βαθμίδα, πριν όμως από αυτά ότι εμφάνισε όλο το νοητό γένος των θεών και όλο το νοητικό και όλους τους εγκόσμιους και υπερκόσμιους θεούς και ότι είναι θεός όλων των θεών και ότι είναι η Ενάδα των ενάδων και ότι είναι υπεράνω των πρώτων αδύτων και ότι είναι ο πιο απόρρητος από κάθε σιωπή και ότι είναι ο πιο άγνωστος από κάθε ύπαρξη, ιερός κρυμμένος μέσα στους ιερούς νοητούς θεούς.
Και μετά από αυτά πάλι, αφού κατεβούμε από την νοητική εξύμνηση στους συλλογισμούς και προβάλλουμε την αδιάψευστη επιστημονική γνώση της διαλεκτικής ας εξετάσουμε ακολουθώντας την θέαση των πρώτων αιτίων πως είναι ξεχωριστός υπεράνω όλων πρωταρχικός θεός, και μέχρι αυτή η διαλεκτική να γίνει η κάθοδος, γιατί από εκεί είναι δυνατόν να περάσουμε προς εκείνα και πάλι, η δοξασία όμως και η εντύπωση και η αίσθηση εξασθενίζουν την παρουσία των θεών σε εμάς και μας τραβούν κάτω από τα αγαθά του Ολύμπου προς τις γήινες κινήσεις και διαμοιράζουν με τον τρόπο των Τιτάνων τον νου που υπάρχει μέσα μας και μας αποσπούν από την εγκαθίδρυση μας στα καθολικά προς τα είδωλα των αληθινών όντων.
ΙΒ. Εξύμνηση του Ενός μέσω των αρνητικών συμπερασμάτων, η οποία αποδεικνύει ότι αυτό είναι υπερβατικό πάνω από όλους τους κόσμους του Όντος σύμφωνα με την σειρά που μας παραδόθηκε στον Παρμενίδη.
Στο τελευταίο αυτό κεφάλαιο ο Πρόκλος είναι εντελώς επεξηγηματικός. Εξηγεί τα γένη των Θεών, Νοερών, Νοητικών, τα γένη των ψυχών και πώς το Ένα είναι υπερβατικό από όλα αυτά.
Η ανάγνωση και κατανόηση αυτού του κεφαλαίου γίνεται καλύτερα κατανοητή αν κανείς έχει υπόψιν την Νεοπλατωνική κοσμολογία που εν συντομία ανέπτυξα στο άρθρο αυτό.

 http://mysticsongs.wordpress.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου