Σύμπαν και άνθρωπος

Όλα στο σύμπαν αφορούν τη μεταμόρφωση.Η ζωή μας μοιάζει με τις σκέψεις που τη διαμορφώνουν.

Μάρκος Αυρήλιος

Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

Η θεωρία της σχετικότητας όπως διατυπώνεται από την αρχαία ελληνική γραμματεία

Ταυτόχρονα ας τοποθετήσουμε έναν αστρονόμο μέσα στο σύμπαν, κάπου στη Γη. Αν στρέψει το βλέμμα του προς τον ουρανό ποιά εικόνα θα σχηματίσει; Θα είναι σύμφωνη με την προηγούμενη εικόνα; Μα και βέβαια όχι! Αυτό που αντιλαμβάνεται τώρα είναι μόνον ένα μικρό μέρος του σύμπαντος και μάλιστα μόνο τον χώρο που περικλείει ο ουράνιος θόλος, ο οποίος βρίσκεται πάνω από το κεφάλι του. Η αστρονομική εικόνα που θα έχει μπροστά στα μάτια του δεν θα αποτυπώνει κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή του σύμπαντος, αλλά θα έχει μπροστά του ένα οπτικογράφημα, όπου η κάθε περιοχή ανάλογα με την απόστασή της από την γη θα απεικονίζει φάσεις από το παρελθόν. Με δεδομένο ότι η εικόνα που στέλνει η κάθε περιοχή κινείται με την ταχύτητα του φωτός, θα φτάνει τελικά σε διαφορετικό χρόνο στη γη από τις εικόνες άλλων περιοχών, αφού θα προέρχεται από διαφορετικό σημείο εκκίνησης. Έτσι οι περιοχές που βρίσκονται για παράδειγμα σε απόσταση ενός εκατομμυρίου ετών φωτός, θα αποτυπώνουν την φάση που βρίσκονταν εκείνες οι περιοχές πριν από ένα εκατομμύριο χρόνια, ενώ η εικόνα κάποιας άλλης, πιο απομακρυσμένης περιοχής, έστω σε απόσταση 20 εκατομμυρίων ετών φωτός, θα δείχνει την κατάσταση που βρισκόταν εκείνη την εποχή. Στην ουσία λοιπόν ολόκληρη η εικόνα που θα έχει μπροστά του θα είναι έν πλασματικό σκαρίφημα, που δεν έχει καμία σχέση με την παρούσα κατάσταση του κόσμου. Αυτό ακριβώς επιχειρεί να αποσαφηνίσει ο Πλάτων στο πιο πάνω αξίωμά του. Το “χθες” και το “αύριο” δεν αποτελούν παρά κάποιες φάσεις του κοσμικού γίγνεσθαι, αφού και τα δύο συνιστούν κινήσεις μέσα στον χρόνο. Στην πραγματικότητα όμως η “αϊδιος ουσία” περιέχει μόνο παρούσες φάσεις του συνολικού κοσμικού γίγνεσθαι. Το “χθες” και το “αύριο” δεν αποτελούν παρά κάποια μέτρα και σταθμά, που αναφέρονται αποκλειστικά και μόνο σε συγκεκριμένες θέσεις στον χωροχρόνο. Πάνω σ’αυτή την συλλογιστική του Πλάτωνος έρχεται ο Πρόκλος 800 χρόνια αργότερα να επεξηγήσει την πλατωνική σκέψη με τρεις αποσαφηνιστικές προτάσεις του: “Παν συνεχές διαιρετόν έστιν εις αεί διαιρετά” “Πας χρόνος επ’ άπειρον διαιρείται και παν μέγεθος και πάσα κίνησις” “Το νυν ταυτόν έστιν εν τω παρελθόντι και μέλλοντι χρόνω” Ας δούμε πως ο Πρόκλος στην 15η παράγραφο του βιβλίου του αποδεικνύει την ταυτότητά παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος: Έστω λέει ο Πρόκλος ότι έχουμε μια γραμμική απεικόνιση του χρόνου (ΑΒ), όπου το Α δηλώνει ένα συμβάν του παρελθόντος και το Β ένα άλλο που αναφέρεται στο μέλλον. Με δεδομένο το αξίωμα για την επ’ άπειρον διαίρεση του χρόνου, θεωρούμε ότι ένα έτερο συμβάν λαμβάνει χώρα μεταξύ Α και Β και ορίζουμε αυτό το συμβάν σαν Γ, ώστε το μεν Α να είναι παρελθόν ως προς αυτό, το Β μέλλον, ενώ το ίδιο το Γ αναφέρεται στο παρόν. Τί έχουμε εδώ; Παρατηρούμε ότι μέσα σε μία δεδομένη στιγμή συνυπάρχουν παρελθόν, παρόν και μέλλον και μάλιστα σε ένα συγκεκριμένο συμβάν. Το Γ είναι ταυτόχρονα παρόν (ως προς τον εαυτό του) παρελθόν (ως προς Β) και μέλλον (ως προς το Α). Δηλαδή το Γ υπάρχει ταυτόχρονα και σαν παρόν και σαν παρελθόν και σαν μέλλον. Γι’αυτό το “παράδοξο” του πλατωνικού θεωρήματος, έτσι όπως το αναλύει ο Πρόκλος, έρχεται ο Αινησίδημος με δύο προτάσεις του: “ενεστώς έσται και παρωχηκώς, και ο παρωχηκώς παραπλησίως μέλλον έσται και ενεστώς” “είτα, επεί ουκ άνευ κινήσεως ή και μονής ο χρόνος υφεστάναι δοκεί, της κινήσεως αναιρουμένης, ομοίως δε και της μονής, αναιρείται ο χρόνος.” Ο Ενεστώς δηλαδή είναι ταυτόχρονα και Παρατατικός και ο Παρατατικός είναι και παραπλήσιος με τον Μέλλοντα, ο οποίος επίσης είναι και Ενεστώς. Και στην δεύτερη πρότασή του ορίζει τον χρόνο σαν παράγωγο της κινήσεως και της στάσεως. Αναιρουμένης της κινήσεως και της στάσεως αναιρείται και ο χρόνος. Ο Αϊνστάιν και η “θεωρία της σχετικότητας” Μήπως τα παραπάνω μας θυμίζουν κάποια πρόσφατη κοσμοθεωρία; Μα και βέβαια μας θυμίζουν. Πρόκειται για την πολύκροτη θεωρία που διατύπωσε ο Άλμπερτ Αινστάιν. Την θεωρία της σχετικότητας. Αν βρισκόμαστε μέσα σε μια σταματημένη άμαξα και δίπλα μας ξεκινήσει μια άλλη άμαξα, αντιλαμβανόμενοι την κίνηση δυσκολευόμαστε να καταλάβουμε αν ξεκίνησε η δική μας άμαξα ή η άλλη. Αν όμως βρισκόμαστε έξω από την άμαξα, τότε η παρατήρηση είναι περισσότερο ακριβής. Η συντεταγμένη θέση κάθε σώματος μέσα στον χώρο είναι σχετική. Όχι επειδή το σώμα δεν βρίσκεται σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο, αλλά διότι η παρατήρησή του συναρτάται από την θέση αλλά και την κατεύθυνση του παρατηρητού. Η βασική θέση της θεωρίας της σχετικότητας βασίζεται σε ένα θεώρημα, το οποίο αντιλαμβάνεται την θέση κάθε σώματος μέσα στο σύμπαν όχι στις συντεταγμένες των τριών διαστάσεων (μήκος,πλάτος και ύψος) αλλά εισάγει και μια τέταρτη διάσταση (την ονομάζει χωροχρόνο), η οποία τέμνει τις άλλες τρεις σε ορθή γωνία. Βέβαια δεν είναι και τόσο εύκολο σε κάποιον να αντιληφθεί στην πληρότητά της αυτή την θεωρία, είτε πρόκειται για απλούς ανθρώπους, είτε ακόμη και μεγάλη μερίδα ειδικών στο θέμα (αστρονόμοι, μαθηματικοί, φυσικοί κλπ) δύσκολα μπορούν να κατανοήσουν όλους εκείνους τους παράξενους νόμους, που ορίζουν τη “νέα” θεωρία. Πώς άλλωστε θα μπορούσαμε να φανταστούμε την θέση μας μέσα σε έναν κόσμο τεσσάρων διαστάσεων, την στιγμή που όλες οι επιστήμες χρησιμοποιούν μόνο τις γνωστές τρεις διαστάσεις; Την στιγμή που η ίδια μας η υπόσταση, οι αισθήσεις μας, τα όργανά μας είναι ρυθμισμένα από την φύση στην ανάγνωση τρισδιάστατων σωμάτων και χώρων; Ο “Μύθος του Σπηλαίου” του Πλάτωνος Μια πραγματικά φιλότιμη προσπάθεια εκλαϊκευσης του χωροχρονικού περιβάλλοντος επιχειρεί ο Πλάτων στο 7ο βιβλίο της “Πολιτείας” του με τον γνωστό “μύθο του σπηλαίου”. Κατανοώντας την εν γένει αδυναμία της τρισδιάστατης ανθρώπινης φύσης να αντιληφθεί την πραγματική “αΐδιον ουσίας”, και αφού οι αισθήσεις μας μπορούν να αντιληφθούν μόνο τρισδιάστατες παραστάσεις, μεταφέρει το πρόβλημα σε έναν φανταστικό κόσμο ενός σπηλαίου όπου οι άνθρωποι εκεί αντιλαμβάνονται μόνο δύο διαστάσεις: το μήκος και το πλάτος. Ας φανταστούμε λέει κάποιους φυλακισμένους μέσα σε μια σπηλιά αλυσοδεμένους από τα πόδια και τον λαιμό έτσι ώστε να μη τους επιτρέπεται να στρέψουν το βλέμμα τους αριστερά ή δεξιά για να δει ο ένας τον άλλο, αλλά ούτε και το φως που εισέρχεται ελεύθερα στο εσωτερικό του σπηλαίου από το υψηλότερο μέρος ενός φαρδιού ανοίγματος της οροφής. Η μοναδική επιτρεπή οπτική γωνία βρίσκεται μπροστά τους, σε κάποιον τοίχο καλυμμένο με ένα πανί, σαν κι αυτό που βάζουν στο θέατρο σκιών. Πίσω απ’αυτόν τον τοίχο υπάρχει ένας διάδρομος, όπου πηγαινοέρχονται διάφοροι άνθρωποι που συζητούν μεταξύ τους,ενώ στους ώμους τους κουβαλούν κάποια αγαλματίδια, με τρόπο ώστε μόνον αυτά να προεξέχουν πάνω από τον τοίχο. Πίσω από τον διάδρομο σε κάποια απόσταση υπάρχει αναμμένη μια εστία φωτιάς που φωτίζει τα αγαλματίδια ώστε να ρίχνουν την σκιά τους μέσα στην σπηλιά. Οι φυλακισμένοι φυσικά δεν βλέπουν τίποτ’ άλλο από εκείνες τις σκιές και δεν ακούν παρά τον αντίλαλο των φωνών που έρχονται πίσω από τον τοίχο. Η ζωή τους θα ανακυκλώνεται εκνευριστικά μέσα σ’εκείνο το περιβάλλον των δύο διαστάσεων του θεάτρου σκιών. Ένα πλαστό και πλασματικό περιβάλλον, το οποίο ωστόσο για τους ανθρώπους εκείνους απεικονίζει τον πραγματικό κόσμο. Υποθέτουμε τώρα, συνεχίζει ο Πλάτων, ότι απελευθερώνεται ένας από τους φυλακισμένους ο οποίος καταφέρνει να ανασηκωθεί, να στρέψει το κεφάλι προς τη φωτιά και να αντικρύσει τα αγαλματίδια που περνούν πάνω από τον τοίχο. Μπορούμε αμέσως να φανταστούμε, σε ποιά ψυχολογική κατάσταση εισέρχεται. Η πρώτη εντύπωση που του προξενεί το “παράξενο” φαινόμενο είναι πως βλέπει κάποιο κακόγουστο όνειρο ή ότι παραλογίζεται. Οπότε αμέσως θα προσπαθήσει να συνεφέρει τον εαυτό του, στρέφοντας ξανά το βλέμμα του προς τον τοίχο. Το πρώτο του μέλημα είναι να επιστρέψει πάραυτα στην “πραγματικότητα” των σκιών. Αυτό συμβαίνει συνεχίζει ο Πλάτων επειδή ο άνθρωπος έχει ανάγκη από μια βαθμιαία διαπαιδαγώγηση, για να βρει την όραση και την έννοια της πραγματικότητας. Θα τον συνηθίσουμε στη γλυκειά λάμψη των άστρων και της Σελήνης, και μονάχα όταν εξοικειωθή με το αληθινό φως, θα οτυ επιτρέψουμε να αντικρύσει τον Ήλιο, όχι πια πάνω στα αντικείμενα που τον αντικατοπτρίζουν αλλά τον ίδιο. Εκεί που είναι. Όπως είναι. Τότε θα αντιληφθεί ότι εκείνη η διάσταση είναι η αληθινή δύναμη που κυβερνά τον ορατό κόσμο. Ότι ακόμα και οι σκιές που μέχρις πρότινος θεωρούσε πραγματικότητα σ’όλη αυτή την διάσταση οφείλουν την ύπαρξή τους. To μήκος και η μάζα αποτελούν απόλυτα μεγέθη Ας δούμε όμως την θεωρία της σχετικότητας, οπως αυτή εκφράζεται από τον Αϊνστάιν. Βασική αρχή της είναι πως “το μήκος ενός σώματος αποτελεί συνάρτηση της ταχύτητάς του ως προς τον παρατηρητή. Επίσης η μάζα του δεν έχει απόλυτο μέγεθος, παρά αυξάνει με την ταχύτητα του σώματος”. Αν είναι δυνατόν! Τόσο το μήκος όσο και η μάζα ενός σώματος σαφέστατα αποτελούν απόλυτα μεγέθη. Βεβαίως όταν ένα σώμα κινείται με μεγάλη ταχύτητα, φαίνεται στα μάτια μας, όπως και σε οποιοδήποτε μετρητικό όργανο, σαν πεπλατυσμένο. Όχι όμως επειδή πραγματικά μεγαλώνει λόγω της ταχύτητάς του, αλλά διότι λόγω ακριβώς αυτής της ταχύτητας ο παρατηρητής το αντιλαμβάνεται έτσι. Αιτία αυτής της οφθαλμαπάτης (διότι περί οφθαλμαπάτης πρόκειται) είναι η πεπερασμένη ικανότητα αντίληψης του παρατηρητού. Όπως είναι γνωστό, το κάθε μετρητικό οπτικό όργανο αποτυπώνει πάντοτε παρούσες στιγμές.Κι αν ένα σώμα κινείται με εκπληκτικά μεγάλη ταχύτητα, που ξεπερνά την συμβατική αντίληψη του παρατηρητού, τότε αυτός (ο παρατηρητής) ακριβώς λόγω κεκτημένης ταχύτητας βλέπει “ταυτόχρονα” το ίδιο σημείο σε διαφορετικές θέσεις, με αποτέλεσμα να αντιλαμβάνεται την συνολική μάζα του παρατηρούμενου σώματος κάπως μεγαλύτερη. Όμως το παρατηρούμενο δεν είναι μεγαλύτερο. Απλώς έτσι το αντιλαμβανόμαστε εμείς. Είναι σαν να τραβάμε μια φωτογραφία και τρέμει το χέρι μας. Αυτή που θα βγει “κουνημένη” θα είναι η φωτογραφία και όχι το τοπίο που φωτογραφήσαμε. Ο Πρωταγόρας και το “ανθρώπινο αξίωμα” Ο Πρωταγόρας βασικός υπέρμαχος της σχετικότητας, θεωρούσε ότι όλα εξαρτούν την φύση τους από τον παρατηρητή. Κι αφού στην περίπτωσή μας παρατηρητής είναι ο άνθρωπος ¨πάντων χρημάτων είναι μέτρον τον άνθρωπο”, για όλα μέτρο είναι ο άνθρωπος. Κατά τον Πρωταγόρα τίποτα δεν υπάρχει πριν το αντιληφθεί ο άνθρωπος, αφού μοναδικό κριτήριο εξακρίβωσης και έρευνας των όντων είναι ακριβώς αυτός (ο άνθρωπος). Όλα τα φαινόμενα έρχονται στο φως όταν γίνουν αντιληπτά από τον άνθρωπο και τίποτα δεν υπάρχει χωρίς την ανθρώπινη αντίληψη: “γίνεται τοινυν κατ’αυτόν των όντων κριτήριον ο άνθρωπος, πάντα γαρ τα φαινόμενα τοις άνθρωποις και εστίν, τα δε μηδενί των ανθρώπων φαινόμενα ουδέ έστιν”. Προφανώς το “ανθρώπινο αξίωμα” είναι μια επιστημονική ερμηνεία για την δημιουργία του σύμπαντος και της ζωής και όχι μια μεταφυσική ερμηνεία ή ένα θεολογικό δόγμα. Ο επιστημονικός κόσμος ως ένα βαθμό προβληματίζεται ασφαλώς με την άποψη του ανθρώπινου αξιώματος και φαίνεται ότι ορισμένοι επιστήμονες την έχουν αποδεχθεί. Ο φυσικός David Bohm λόγου χάριν διακρίνει την φύση των υποατομικών σωματιδίων ως εξαρτωμένη από την κατάσταση του παρατηρητού: “Είναι μάταιο να ψάχνουμε για τις αληθινές ιδιότητες των σωματιδίων, όπως θα ήθελε ένας κλασικός επιστήμονας. Τα υποατομικά σωματίδια και τα δομικά στοιχεία της ύλης δεν υπάρχουν πριν κάποιος τα παρατηρήσει”. Δηλαδή αυτό που ποιητική αδεία εξέφρασε ο Πρωταγόρας κατά τον Bohm μετατράπηκε σε μια ενδεχόμενη πραγματικότητα. Αν είναι δυνατόν! Τα υποατομικά σωματίδια είναι εκεί. Υπάρχουν. Πάντοτε υπήρχαν. Ανεξάρτητα αν εμείς τα αντιλαμβανόμαστε ή όχι. Ο χρόνος και η δήθεν “σχετικότητά του” Κατά την θεωρία της Σχετικότητας, χώρος και χρόνος ενοποιούνται στην έννοια του “χωροχρόνου” που έχει τέσσερις διαστάσεις. Δεν έχει νόημα λένε, να μιλάμε για τον χώρο ξεχωριστά απ’ τον χρόνο. Ο χρόνος παύει να ακολουθεί την γραμμική πορεία της κλασικής Φυσικής και γίνεται ελαστικός. Οι έννοιες και τα μεγέθη του χώρου και του χρόνου είναι σχετικά και εξαρτώνται απ’ τον εκάστοτε παρατηρητή. Ε λοιπόν όχι! Ο χρόνος δεν είναι ελαστικός. Όπως επίσης δεν είναι ούτε γραμμικός όπως τον θέλει η κλασική Φυσική του 18ου αιώνος. Ο χρόνος είναι περιοδικός: “κόσμου περιστροφής χρόνος εστίν” έλεγε ο Ευκλείδης. Και βεβαίως έχει άρρηκτη σχέση με την μάζα του κινουμένου σώματος και τον χώρο (που κι αυτός αποτελεί ξεχωριστή διάσταση), μέσα στον οποίο φέρεται. Ανεξάρτητα αν υπάρχει ο άνθρωπος πάνω στη Γη, για να μετρήσει τον χρόνο περιφοράς της, η ίδια η Γη θα εξακολουθούσε να υπάρχει και θα συνέχιζε να καταγράφει την τροχιά της γύρω από τον Ήλιο. Και ο χρόνος περιφοράς θα εξακολουθούσε να είναι σταθερός, είτε εμείς υπάρχουμε σαν παρατηρητές είτε όχι. Οπότε οι έννοιες και τα μεγέθη του χώρου και του χρόνου αποτελούν σαφή σταθερά και απόλυτα μεγέθη. Ανεξάρτητα από την δική μας ικανότητα ή όχι να μετράμε τον χρόνο, ο ίδιος ο χρόνος παραμένει αμετάβλητος. Ακόμα κι αν το χρονόμετρό μας σταματήσει. Ουαί κι αλλίμονο αν δεχθούμε ότι σταμάτησε ο χρόνος! Μα θα μας πουν κάποιοι απολογητές αυτής της θεωρίας,η σχετικότητα των μεγεθών αυτών (μάζα, χώρος, χρόνος) έχει αποδειχθεί με αδιαφιλονίκητους μαθηματικούς τύπους. Ποιός είσαι εσύ που έρχεσαι σήμερα τόσο ξεδιάντροπα να την καταρρίψεις; Όμως εμείς δεν καταρρίπτουμε τίποτε. Πολύ απλά: σαν λογικά και σκεπτόμενα όντα οφείλουμε να αναλύουμε τα φυσικά φαινόμενα με την αριστοτέλεια λογική. Ο κόσμος είναι αιτιοκρατικός και φυσικά λογικός.Και το μοναδικό κλειδί που επιτρέπει την εξήγησή του παραμένει εδώ και χιλιετίες η λογική. Όσον αφορά στους μαθηματικούς τύπους δεν έχουμε παρά να παραθέσουμε έναν, εκείνον που διατύπωσε ο Τσέχος μαθηματικός, καθηγητής της Σχολής Εφαρμοσμένων Μαθηματικών του Πανεπιστημίου της Ινδιάνας, Γιακλάβ Χλαβάτο, ο οποίος ασχολούμενος κι αυτός με τις λύσεις εξισώσεων που περιέχονται στην θεωρία του Αϊνστάιν, ανακάλυψε ότι είναι δυνατή η ύπαρξη βαρύτητος άνευ ύλης. Αν είναι δυνατόν να δεχθούμε κάτι τέτοιο! Τα μαθηματικά δεν καθορίζουν ούτε δημιουργούν τους νόμους του σύμπαντος. Τα μαθηματικά απλά επιχειρούν να ερμηνεύσουν και να αποτυπώσουν τους ήδη θεσπισμένους συμπαντικούς νόμους. Κι αν ένας μαθηματικός τύπος αντίκειται στους νόμους του σύμπαντος και διαστρέφει την κοινή λογική, τότε απλούστατα αυτός ο μαθηματικός τύπος είναι λάθος. Όσον αφορά στις εξισώσεις του Χλαβάτο, είναι σαν να λέμε 7-10=-3. Σαν αριθμητική πράξη είναι απόλυτα σωστή. Όμως η εφαρμογή της στην φύση θα είχε τραγελαφικό αποτέλεσμα.Το ίδιο συμβαίνει και με τον ισχυρισμό του Χλαβάτο περί υπάρξεως βαρύτητας άνευ ύλης. Οι εξισώσεις του Αινστάιν (πολλές
από τις οποίες βοήθησε και ο Έλληνας μαθηματικός Καραθεοδωρής) δεν είναι λάθος. Αυτό όμως τί σημαίνει: Επειδή κάποιος όποιος κι αν είναι αυτός, διατυπώνει κάποιες θεωρίες και μας παρέχει και την μαθηματική “απόδειξη” εμείς πρέπει να τις δεχθούμε έστω κι αν αυτές καταργούν την κοινή λογική; Μα είναι πασίγνωστο πως βαρύτητα άνευ ύλης δεν είναι δυνατόν να υπάρχει. Πώς θα μπορούσε άλλωστε; Ο Αινησίδημος και η σχετικότητα της αντίληψης Ας επανέλθουμε στην θεωρία του Αϊνστάιν. Το στοιχείο της σχετικότητας δεσπόζεις στις δοξασίες του Αινησίδημου, γεγονός που οδήγησε πολλούς ειδικούς σήμερα να τον αναφέρουν σαν πρόδρομο της θεωρίας της σχετικότητας. Όμως ο Αινησίδημος αφιερώνει την πραγματεία του κυρίως στην υποκειμενικότητα της αντίληψης παρά στη σχετικότητα του χωροχρόνου. Έλεγε για παράδειγμα ότι το μέλι δεν είναι απαραιτήτως γλυκό. Απλά έτσι το αντιλαμβάνονται τα γευστικά μας κύτταρα. Οι ικτερικοί λόγου χάριν πικραίνονται από τη γεύση του μελιού: “ουδείς γουν τολμήσαι αν ειπείν ότι το μέλι ου γλυκάζει τους υγιαίνοντας ή ότι τους ικτερικούς ου πικράζει”. Πάνω σ’αυτήν την συλλογιστική ο Δημόκριτος έλεγε ότι το μέλι δεν είναι ούτε γλυκό ούτε πικρό: “από γαρ του τοις μεν γλυκύ φαίνεσθαι το μέλι τοις δε πικρόν Δημόκριτον επιλογίζεσθαι φασι το μήτε γλυκύ αυτό είναι μήτε πικρόν”, για να καταλήξει στο βασικό του συμπέρασμα ότι “φύσει δ’ουδέν είναι λευκόν ή μέλαν ή ξανθόν ή ερυθρόν ή γλυκύ ή πικρόν. Το γαρ δη νόμω ταυτόν βούλεται τω οίον νομιστί και προς ημάς, ου κατ’ αυτήν των πραγμάτων την φύσιν”. Με άλλα λόγια τον κόσμο τον αντιλαμβανόμαστε έτσι, διότι έτσι μας τον παρουσιάζουν οι αισθήσεις μας. Το ίδιο και ο χρόνος. Εκλαμβάνεται σχετικός διότι εξαρτάται από το μετρικό όργανο που τον μετρά. Ο ίδιος ο χρόνος όμως αποτελεί σταθερό και απόλυτο μέγεθος. Ο Στράτων ο Φυσικός και ο Αινησίδημος λένε πάνω σ’αυτό ότι βασικο κριτήριο των φυσικών φαινομένων είναι η διάνοια. Κι αφού ο καθ’ένας αντιλαμβάνεται τον κόσμο ανάλογα με την δική του διάνοια, γι’αυτό και παρατηρούνται τόσες διαφωνίες σχετικά μ’αυτόν: “ουκ άρα κριτήριο εστί η διάνοια, πλείους τε είσιν αι διάνοιαι, πλείου δε ούσαι διάφωνοι καθεστάσι”. Τα πιο πάνω σαφώς συνιστούν απόψεις για την σχετικότητα της αντίληψης. Και μόνο της αντίληψης! Απ’αυτό όμως μέχρι την εκπόνηση γενικών νόμων και κανόνων που σχετικοποιούν απόλυτα συμπαντικά μεγέθη, όπως είναι ο χρόνος και η μάζα υπάρχει τεράστιο χάσμα. Όπως επίσης και από την ταυτότητα παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος (σε συμπαντικό επίπεδο), για την οποία μίλησε ο Πλάτων, μέχρι τον εξωφρενικό ισχυρισμό, ότι είναι δυνατόν ένα ταξίδι στον χρόνο, επίσης υπάρχει μεγάλη διαφορά. Στο παράδειγμα του Πρόκλου, όπου το Α δηλώνει το παρελθόν, το Β το μέλλον και το Γ το παρόν μπορεί το Γ να υπάρχει ταυτόχρονα και σαν παρόν και σαν παρελθόν και σαν μέλλον, όμως σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να ήταν οτιδήποτε άλλο εκτός από το Γ. Ουαί κι αλίμονο αν δεχθούμε ότι μπορούμε να γυρίσουμε πίσω στον χρόνο και να συναντήσουμε ας πούμε την μητέρα μας, πριν εκείνη μας γεννήση. Η κινηματογραφική ταινία “Back to the Future”, όπου ο πρωταγωνιστής γύρισε πίσω στον χρόνο, για να βοηθήσει να παντρευτούν οι γονείς του, ώστε να γεννηθεί εκείνος, μπορεί να είναι έξυπνη σαν κινηματογραφικό σενάριο, όχι όμως και να καθίσταται ένα πιθανό σενάριο στην φύση. Δεν είναι δυνατό να καταργείται το 4ο βασικό αξίωμα του Αριστοτέλη περί αιτίας και αποτελέσματος. Αν είναι δυνατόν, το αποτέλεσμα να καθορίζει την αιτία. Όσες εξισώσεις του Αινστάιν κι αν ανασύρουν όσους μαθηματικούς τύπους κι αν επινοήσουν το ενδεχόμενο διαχρονικού ταξιδιού στο παρελθόν παραμένει πάντοτε στα όρια της οργιώδους φαντασίας του εμπνευστού του. Σ’αυτά τα πλαίσια ο Godel ανακάλυψε το 1920 ένα σύνολο λύσεων των “εξισώσεων πεδίου”, που παρείχαν την δυνατότητα ενός τέτοιου διαχρονικού ταξιδιού. Οι λύσεις του Godel θεωρούντος δεδομένη την περιστροφή του σύμπαντος, εικάζουν ότι αν ακολουθούσαμε τις “δίνες” που σχηματίζει ο περιοδικός χρόνος, θα καταλήγαμε στο παρελθόν. Τελικά οι λύσεις του Godel απορρίφθηκαν. Όχι για κανέναν άλλον λόγο, αλλά όπως λένε οι πολέμιοί του, διότι το σύμπαν δεν περιστρέφεται αλλά διαστέλλεται. Πράγματι οι λύσεις που προτείνει ο Godel είναι λάθος. Όχι επειδή το σύμπαν δεν περιστρέφεται, αλλά διότι απλούστατα λάθος είναι και οι εξισώσεις που ο Godel πραγματεύεται. Κι αυτό διότι το σύμπαν παρά την πλάνη των σύγχρονων αστροφυσικών όντως περιστρέφεται. Κι αυτή είναι η μοναδικη κίνησή του.   
Παραπομπές:
1. Πλάτων, “Τίμαιος”
2. Πρόκλος “Στοιχείωσις Φυσική”
3. Ευκλείδης “Φαινόμενα”
4. Γαληνός, “Περί των καθ’ Ιπποκράτη στοιχείων”
5. Σεξτος Εμπειρικός, “Προς λογικούς”
πηγή: περιοδικό ] ”Δαυλός, τεύχος 268 , Γεώργιος Ιεροδιάκονος

** Το γεγονός πως παρουσιάζω την άποψη του κου.Ιεροδιάκονου ΔΕΝ ΣΗΜΑΙΝΕΙ πως την υιοθετώ- σε ζητήματα που δεν έχω γνώση δεν μπορώ να έχω και άποψη και θα χαρώ πολύ να ακούσω την άποψη ενός ή περισσότερων ερευνητών που κατέχουν το ζήτημα **





thesecretrealtruth.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου